Ειδήσεις

3 Απρ 2009

Επιπτώσεις από την επίσκεψη Ομπάμα στην Τουρκία

Γράφει ο Δρ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ε. ΔΡΟΥΓΟΣ
.......
Η ανακοίνωση της Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Χίλαρι Κλίντον ότι ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου Μπάρακ Ομπάμα θα επισκεφθεί την Τουρκία, αιφνιδίασε πολύπλευρα την Ελληνική κυβέρνηση, καθώς και τον απανταχού Ελληνισμό, ο οποίος θεωρούσε ως δεδομένη την πιο στενή κατανόηση και υποστήριξη των Ελληνικών θέσεων από τον πρώτο Αφροαμερικανό Πρόεδρο.
..
Συνεχίζεται…


Η κυβέρνηση απεδείχθη ότι δεν διέθετε και ούτε διαθέτει υπολογίσιμο δίκτυο πληροφοριών, ενώ ούτε παρακολουθεί τις δραστηριότητες γνωστών THINK TANKS τα οποία είχαν επισημάνει ότι οι Ομπάμα – Κλίντον θα πρέπει να δώσουν μεγάλη σημασία «σε μετριοπαθείς Μουσουλμανικές χώρες όπως η Τουρκία και η Ινδονησία, που θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμες τα προσεχή χρόνια σε ότι φορά την πολιτική των ΗΠΑ στον Ισλαμικό κόσμο». Η παρουσία Ομπάμα στην Τουρκία μετά τις Συνόδους του G-20 στο Λονδίνο, του ΝΑΤΟ (για τη συμπλήρωση 60 χρόνων της Συμμαχίας στα Γαλλογερμανικά σύνορα), καθώς και εκείνης των ΗΠΑ – ΕΕ στην Πράγα (λόγω Τσεχικής Προεδρίας της ΕΕ), αποδεικνύει τον σημαντικό ρόλο που οι Αμερικανοί επιδιώκουν να διαδραματίσει η Άγκυρα προς πολλές κατευθύνσεις στα προσεχή χρόνια.


Από την άλλη πλευρά, η Αθήνα εμφανίζεται να έχει χάσει επαφή με την πραγματικότητα, να εκτιμά ότι κάνει διπλωματία μέσω προσωπικών προβολών, και να θεωρεί τον αναιμικό ΟΑΣΕ (του οποίου έχουμε την Προεδρία), ότι θα μας αναβαθμίσει το κύρος. Διπλωματία προς χάριν των φωτογραφιών και των επισκέψεων χωρίς AGENDA δεν είναι σοβαρή και εκλαμβάνεται ως προβληματική.


Η κυβέρνηση Ομπάμα θα πρέπει κάποια στιγμή να κατανοήσουμε ότι θα κινηθεί πάνω στους εξής άξονες, για να υποστηρίξει τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή από τη Μεσόγειο μέχρι το Φαϊζαμπάντ του Αφγανιστάν:


Απαγκιστρώνεται από τις θέσεις των BUSH – RICE – RUMSFELD που θεωρούσαν την Τουρκία (λόγω της στάσης το 2003 στο Ιρακινό), ως ιδιόρρυθμη και προβληματική για τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Το κυβερνών κόμμα AKP του Ερντογκάν θεωρείτο από την ομάδα BUSH ότι δεν συμβάδιζε με τις θέσεις των ΗΠΑ. Παρά τον σχετικό φιλοτουρκισμό του Γερουσιαστή της Αριζόνα και υποψήφιου των Ρεπουμπλικάνων, JOHN Mc CAIN, το AKP προτιμούσε και το έδειχνε, τους Δημοκρατικούς.


Οι ΗΠΑ μέχρι το 2010 προχωρούν σε αποχώρηση περίπου 102.000 ανδρών και υλικού από το Ιράκ, (αφού η κατάσταση έχει σταδιακά βελτιωθεί). Λόγω της απώλειας της βάσης KARSI – KHANABAD (πριν 2 χρόνια στο Ουζμπεκιστάν) και προ εβδομάδων της πολυεθνικής βάσης MANAS στο Κιργιστάν, θεωρούν οι ΗΠΑ ότι ορισμένες βάσεις στην Ανατολική Τουρκία θα είναι χρήσιμες ως ενδιάμεσος σταθμός.


Αν και οι Τούρκοι δεν έχουν στείλει μάχιμες μονάδες στο Αφγανιστάν (OEF – ISAF), εν τούτοις «εξυπηρετούν» τις θέσεις Ομπάμα μέσω εκπαίδευσης από το 2002 περίπου 400 Αφγανών αξιωματικών, ενώ συμμετέχουν με μονάδα τους στην Πολυεθνική Ταξιαρχία της KABUL (Γάλλοι – Ιταλοί – Τούρκοι).


Παρά τα «ανοίγματα» των Ερντογκάν – Γκιουλ με Τεχεράνη και Δαμασκό, (που δεν πέτυχαν πολλά), η κυβέρνηση Ομπάμα επιδιώκει μέσω Τουρκίας να παρακολουθεί τις εξελίξεις στο Ιράν και τη Συρία, καθώς και στο Λιβανικό, όπου η Τουρκία από το Φθινόπωρο του 2006 έχει στείλει μικρή χερσαία δύναμη.


Η Άγκυρα βλέποντας σημαντικές δυσκολίες στην προσέγγισή της προς την ΕΕ, εμφανίζεται ότι θα μπορούσε να συνδράμει στις τυχόν επαφές των ΗΠΑ με τα κράτη της Κεντρικής Ασίας του Καυκάσου. Διατηρεί στενές σχέσεις με τη Γεωργία, το Αζερμπαϊτζάν και το Πακιστάν. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και το «ρήγμα» στις σχέσεις της με το Ισραήλ (λόγω Γάζας), οι ΗΠΑ προσέτρεξαν «να επαναφέρουν τα πράγματα σε ελεγχόμενο πλαίσιο».


Η Άγκυρα εμφανίζεται τελευταία να επιδιώκει εκ νέου να αυξήσει την επιρροή της από το Αιγαίο μέχρι το Αφγανιστάν, οπότε παρουσιάζεται η ιδέα «του βάθους», για να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντά της. Αυτό θέλει ιδιαίτερη προσοχή, ανάλυση και μελέτη από πλευράς Αθηνών και είναι λαθεμένη η θέση των κύκλων του ΥΠΕΞ που θεωρούν ότι «η παρουσία Ομπάμα στην Τουρκία είναι αποκλειστικά επικεντρωμένη στη Μ. Ανατολή». Ακόμα και αν ήταν έτσι, η Αθήνα εξακολουθεί να χάνει επιρροή στους Άραβες, ενώ την ίδια στιγμή δεν μπόρεσε να εκμεταλλευτεί κάποια προβλήματα στις σχέσεις Άγκυρας – Τελ Αβίβ που εμφανίσθηκαν στη διάρκεια αλλά και μετά την 22ήμερη επιχείρηση των IDF στο Χαμαστάν.


Στην κυβέρνηση Ομπάμα υπάρχουν γνωστά στελέχη (ιδιαίτερα αποδεκτά από την οποιαδήποτε γραφειοκρατία), που ευνοούν την Άγκυρα (σε πολλά επιμέρους ζητήματα), όπως ο αρμόδιος Υφυπουργός Εξωτερικών PHIL GORDON, ο αναλαμβάνων σύντομα ως Μόνιμος Αντιπρόσωπος των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ Δρ. I. DAALDER, αλλά κυρίως ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας και πρώην SACEUR ως και Αρχηγός των Πεζοναυτών (MARINE COMMAND) Στρατηγός JAMES JONES. Και οι τρεις είναι λίαν υπολογίσιμες προσωπικότητες με «επιρροή» στους OBAMA και CLINTON, κάτι που η διπλωματία μας, αλλά και η στρατιωτική μας διπλωματία καλούνται να το λάβουν σοβαρά υπόψη. Η Χίλαρι Κλίντον –όπως δείχνουν τα πράγματα- δεν έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στην Ελληνίδα ομόλογό της, η οποία σημειωτέον της έθεσε και την Τουρκική αεροναυτική άσκηση «EGEMON», στην οποία τον περασμένο μήνα συμμετείχαν πλοία και άνδρες από τις ΗΠΑ, την Ολλανδία, το Βέλγιο και τη Μεγάλη Βρετανία. Όμως, η Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ δεν έδειξε να προβληματίζεται ιδιαίτερα, ενώ είναι γνωστό ότι τα θέματα του Αιγαίου η κ. Κλίντον δεν τα γνωρίζει. Επιπρόσθετα, και η γνωστή γραφειοκρατία των ΗΠΑ, δεν δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις θέσεις μας. Παράλληλα, το γεγονός ότι δεν συμμετέχουμε με μάχιμη δύναμη και ελικόπτερα στο Αφγανιστάν, καθώς και τα ενεργειακά μας με τη Μόσχα έχουν «ενοχλήσει» τις ΗΠΑ (ανεξάρτητα κυβερνητικών αλλαγών στην Ουάσινγκτον).


Απέναντι στη διαμορφωθείσα πραγματικότητα και τους νέους αιφνιδιασμούς της κυβέρνησης Ομπάμα, η Αθήνα καλείται να μελετήσει σε βάθος τις εξελίξεις, γιατί δεν γίνεται εξωτερική πολιτική με κάποια «ομιχλώδη» LOBBIES αλλά ούτε και με συναισθηματισμούς. Δεν έχουμε στρατηγική στα εθνικά θέματα, ενώ χρησιμοποιείται η διπλωματία μας και για προβολή προσωπικών τάσεων και θέσεων. Οι επιπτώσεις είναι σημαντικές για την Αθήνα, αφού η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ μας θεωρεί μάλλον δεύτερου κύκλου συμμάχους και τα περί στρατηγικού εταίρου (αν υπήρξαν ποτέ), ήταν απλώς λόγια.


Ο υπογράφων εκτιμά ότι εν μέσω πολλών δυσκολιών που θα εμφανισθούν στις Ελληνοαμερικανικές σχέσεις, θα μπορούσαν να υιοθετηθούν κάποια από τα παρακάτω:

Αναθεώρηση θέσεών μας, δίδοντας στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ μία πιο υπολογίσιμη (από πλευράς μας), θέση.


Αναβάθμιση των διμερών συζητήσεων, καθώς και της θεματολογίας στα πλαίσια της υψηλόβαθμης Συμβουλευτικής Επιτροπής Ελλάδας – ΗΠΑ.


Λόγω της Γαλλικής (έστω και τυπικής) επανένταξης στο ΝΑΤΟ, είναι σημαντικό να δούμε την Ατλαντική Συμμαχία με πιο «προωθημένο πνεύμα». Άλλωστε, με τη Γαλλία στο ΝΑΤΟ θα περάσουν σε νέα πιο συνεργασιακή φάση οι σχέσεις ΝΑΤΟ – ΕΕ.


Ενισχυμένη και πολυεπίπεδη συνεργασία με τις ΗΠΑ στα πλαίσια των επιχειρήσεων κατά της διεθνούς τρομοκρατίας.


Προώθηση των Ελληνικών Ειδικών Κέντρων / CENTERS OF EXCELLENCE στο εξωτερικό, επιδιώκοντας συμμετοχή αξιωματικών από τις ΗΠΑ και τη Μεγ. Βρετανία (π.χ. στο Κέντρο για τη Ναυτική Αποτροπή στην Κρήτη, στο Πολυεθνικό Κέντρο για τις Αποστολές Υποστήριξης της Ειρήνης στην Κρηστώνη – Κιλκίς, καθώς και του σημαντικού ρόλους που διαδραματίζει το Πεδίο Βολής Κρήτης / NAMFI για το ΝΑΤΟ. Επιπρόσθετα, να επιδιωχθεί πιο συμμετοχική παρουσία του Νατοϊκού Στρατηγείου NDC-GR στους σχεδιασμούς της Ατλαντικής Συμμαχίας.


Ενίσχυση των διμερών διακλαδικών σχέσεων σε όλους τους τομείς, με έμφαση την ασφάλεια στη Μεσόγειο και την αντιμετώπιση των ασύμμετρων απειλών.


Στενότερη συνεργασία των Ειδικών μας Δυνάμεων με τη SPECIAL OPERATIONS COMMAND των ΗΠΑ.


Συμμετοχή της χώρας (ως και προμήθεια) του αεροσκάφους JOINT STRIKE FIGHTER των ΗΠΑ από την Πολεμική μας Αεροπορία.


Ενημέρωση Αμερικανών διπλωματών και υψηλόβαθμων στρατιωτικών από επιλεγμένες προσωπικότητες για όλα τα εθνικά μας ζητήματα, στο φως των νέων εξελίξεων.


Περαιτέρω ενίσχυση των διμερών δεσμών ανάμεσα στα Επιμελητήρια των δύο χρόνων.


Επιδίωξη συμμετοχής Αμερικανού αξιωματικού στον κύκλο Σπουδών της Σχολής Εθνικής Άμυνας.


Η κατάσταση είναι αρκετά δύσκολη και απαιτείται σειρά πρωτοβουλιών και από τις δύο πλευρές, γιατί εγκυμονεί κίνδυνος υποβάθμισης ή περιθωριοποίησης της Ελλάδας. Με τις ΗΠΑ έχουμε πάγια συμφέροντα και είναι απαραίτητη η διατήρηση καλών σχέσεων. Οι προσπάθειες της Άγκυρας προς Ιράκ – Συρία εκτιμάται ότι «δεν θα αποδώσουν καρπούς», όμως η Τουρκία πολυδιάστατα θα εμφανίζεται ότι έχει τις ΗΠΑ στο πλευρό της. Όσο ποτέ άλλοτε είναι απαραίτητο να καταστήσουμε σαφές στις ΗΠΑ πως η χώρα μας είναι σημαντική και υπολογίσιμος παράγοντας στην Αδριατική, στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο. Και σε ότι αφορά ευρύτερα ζητήματα, π.χ. στο Αφγανικό ή Νταρφούρ, καλό θα ήταν να αναθεωρήσουμε και τις αγκυλωμένες θέσεις μας προς το πιο ευέλικτο.


Από: http://anacondagr.wordpress.com/