Ειδήσεις

16 Μαΐ 2008

Η προκήρυξη της σημερινής επίθεσης στο Α.Τ. Αιγάλεω: "Έχουμε συγκεκριμένη αιτία που το κάναμε και θα το ξανακάνουμε"

Τα ξημερώματα στις 16 Μαΐου, χωρίς κάποια συγκυρία και αφορμή, επιτεθήκαμε στο Α.Τ. Αιγάλεω.
Έχουμε όμως συγκεκριμένη αιτία που το κάναμε και θα το ξανακάνουμε. Η αιτία είναι ή ίδια η ύπαρξη της αστυνομίας.
Εμείς δεν περιμένουμε πότε θα αποκαλυφθούν αστυνομικές αυθαιρεσίες ή πότε οι μπάτσοι θα υπερβούν τα καθήκοντά τους με «τυχαίες» εκπυρσοκροτήσεις, ξυλοδαρμούς στα τμήματα, εμπόριο ναρκωτικών, βιασμούς εκδιδόμενων γυναικών στα κρατητήρια κ.α. Υπερβαίνουμε εμείς την σιωπή και την απάθεια αυτής της κοινωνίας και περνάμε πρώτοι στην επίθεση. Γιατί ο ρόλος της αστυνομίας είναι συγκεκριμένος. Είναι ο ένοπλος εσωτερικός στρατός του δημοκρατικού δεσποτισμού που διαφυλάσσει την τάξη και την ασφάλεια του καθεστώτος. Υπερασπιστής των συμφερόντων των αφεντικών, επιστάτης της νομολατρείας, φρουρός της πειθαρχικής ροής χρήματος και εμπορευμάτων. Για αυτό η αστυνομία είναι πάντα ένας ωραίος στόχος. Ας γνωρίζουν λοιπόν όλοι οι μπάτσοι, από τους «ζόρικους» ΜΑΤάδες και τους σερίφηδες ΖΗΤΑδες μέχρι τον τελευταίο αστυνομικό πληρώματος περιπολικού, ότι για τον καθένα από αυτούς πάντα θα αντιστοιχεί μια καλοζυγισμένη πέτρα στο κεφάλι.
Δεν κάνουμε διακρίσεις, από τη στιγμή που αυτοί από μόνοι τους επέλεξαν να διακριθούν φορώντας τη στολή. Οι καλοστημένες ενέδρες και οι επιθέσεις εναντίον τους είναι το τίμημα της επιλογής τους. Δεν θα γράψουμε τα αυτονόητα. Όποιος δεν καταλαβαίνει ότι οι μπάτσοι διαφυλάττουν αυτό το σύστημα της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης είναι ή βλάκας ή συνάδελφός τους. Ζούμε σε μια ένστολη πραγματικότητα που οπλοφορεί και ελέγχει τη σύγχρονη αποστειρωμένη καθημερινότητα η οποία και εξαντλείται σε μια διαρκή εναλλαγή τήρησης εντολών και διαταγών με ηχητική υπόκρουση τη σιωπή και την αδράνεια. Επιθυμώντας να διαταράξουμε αυτήν την πένθιμη κανονικότητα, αποφασίσαμε να οργανώσουμε την επίθεση σε ένα αστυνομικό τμήμα που ως σύμβολο αποτελεί την εγγύηση αυτής της συνθήκης. Επιλέξαμε να χτυπήσουμε το πολυδύναμο Α.Τ. Αιγάλεω και για δυο παραπάνω λόγους: Πρώτον, θέλαμε να επιτύχουμε την μεγαλύτερη υλική καταστροφή. Γνωρίζαμε ότι το συγκεκριμένο Α.Τ. διέθετε αρκετά οχήματα να πυρπολήσουμε και αυτό ήταν μια πρόκληση και ένα καλό κίνητρο για την πράξη μας. Δεύτερον, στην περιοχή του Αιγάλεω πριν από κάποιους μήνες και συγκεκριμένα τον Νοέμβριο, εμφανίστηκε μια επιτροπή κατοίκων που διοργάνωσε και πορεία με κεντρικό της αίτημα την αύξηση της αστυνόμευσης στην περιοχή. Η επίθεση στο Α.Τ. Αιγάλεω είναι η συμβολή μας στο διάλογο που θέλουμε να ανοίξουμε με αυτό το παρακλάδι του κοινωνικού χαφιεδισμού. Τέλος, όσον αφορά το χρόνο της ενέργειας, θέλαμε να είναι κοντά σε μια άλλη σημαδιακή ημερομηνία, ώστε με αυτόν τον τρόπο να τιμήσουμε τον αντάρτη πόλης Χ. Τσουτσουβή που στις 15 Μαΐου 1985, σκοτώθηκε σε συμπλοκή με αστυνομικούς στο Γκύζη, αφού πρώτα κατάφερε να εκτελέσει τρεις από αυτούς. Το χτύπημα αυτό το αφιερώνουμε σε όλους εκείνους τους συντρόφους που σε πείσμα των καιρών, της σιωπής και της αδράνειας, επιμένουν να πυρπολούν τις ήσυχες νύχτες της μητρόπολης με τις φωτιές τους.
.
Συμμορίες Συνείδησης
.
Υ.Γ. Η αποχώρησή μας από το Α.Τ. έγινε σύμφωνα με το σχεδιασμό μας, στον χρόνο που είχαμε επιλέξει και όχι από τους πυροβολισμούς των μπάτσων, όπως ισχυρίζονται οι κύκλοι της αστυνομίας.

4 σχόλια:

Unknown είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
Unknown είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
Unknown είπε...

Αυτή η χώρα τελικό μέσα στο μαύρο χάλι της, έχει μια κάποια πλάκα.

Η αστυνομία ούτε παρακολουθεί ούτε συλλαμβάνει κανέναν (εκτός αν απεργεί ή θέλει σύνταξη από το δημόσιο).

Οι πολιτικοί αποποιούνται ΚΑΘΕ ευθύνη αντίθετα με τους Πολίτες.

Κάτι απίστευτοι μαυροντυμένοι τύποι βάζουν φωτιές χωρίς να κατηγορούνται, και μετά ΟΛΟΙ σκοτώνονται να... πρωτο-αναλάβουν την ευθύνη, προφανώς κάποιοι εξ' αυτών αναλαμβάνουν τις ξένες! Πολιτικάντηδες, πάρτε παράδειγμα από αυτούς μπας και δούμε άσπρη μέρα!

Ε, έχουμε πλάκα, δεν εξηγείται αλλιώς. Είμαστε μια χώρα σκέτη δυναμική κωμωδία...

Ανώνυμος είπε...

Μελοποιείστε το!

Ο ΥΜΝΟΣ ΤΩΝ




ΚΟΥΚΟΥΛΟΦΟΡΩΝ


1 Με αητού ψυχή και θώρι
και μ΄απλή κι αγνή καρδιά
μόνον οι κουκουλοφόροι
βλέπουν γύρω καθαρά.

2 Κι ενώ οι άλλοι λέν τι «πρέπει»
και πια παύουν-και σιωπούν,
οι κουκουλοφόροι έπη
γράφουν,δίχως να μιλούν.

3 Όταν καίνε τις σημαίες
και του «Αγνώστου» τη σκοπιά
πλαστουργούν σκιερές αλέες
να βαδίσει η Ανθρωπιά.

4 Κι ας φωνάζουν οι αχρείοι
ελληνίδος όπου γης,
και καθείς ας επισείει
απειλές λογής λογής

5 για τους νέους,που «βεβηλώνουν»,
όπως όλοι λεν αυτοί
τα ιερά,όταν ξηλώνουν
ό,τι χρήζει να χαθεί.

6 Κι αν εκάη μία σημαία
χίλιες καιν οι βουλευτές
βίλλα φτιάχνοντας μια νέα
με λεφτά από τις κλεψ ιές.

7 Κι άλλες χίλιες ο καθένας
υπουργός,πολιτευτής,
κομματόσκυλο,ή ένας
κρατικός αρχιληστής,

8 όταν κλέβει απ΄του Δημόσιου
τον φτωχό τον κορβανά
ιερό δίχως και όσιο
κάτι να τον σταματά.

9 Κι όποιον κλέφτει,τονε στέλνουν,
όχι για τη φυλακή,
μα στο σπίτι τον πηγαίνουν
να τα φάει ήσυχα εκεί.

10 Όμως όταν χαλαστούνε
μια καρέκλα,ένα σκαμνί,
οι ληστές αυτοί βοούνε
για την αβαρία αυτή.

11 Κι όλοι ενώ είναι πνιγμένοι
στα κλεμμένα τους λεφτά
στο ρεφραίν καθείς τους μένει:
«ποιος θα τα πληρώσει αυτά;»



12 Ω! Μιαροί! Ο κουκουλοφόρος
δεν μιαίνει τα ιερά:
των ηρώων μαντατοφόρος
νέα σάς φέρνει τρομερά.

13 Ένα αγώνα φέρνει νέον
στην πανάθλιά σας γη
και σας λέει: «ξεχάστε πλέον
όσα κάνατε όλοι πριν».

14 Κι οι μολότωφ του θ’ ανάψουν
μια τρανή τώρα φωτιά
και συθέμελα θα κάψουν
όσα σάπια και παλιά.

15 Οι κουκουλοφόροι δίνουν
σάρκα στ΄ όνειρο κι οστά
κι όλα πίσω τους τ΄αφήνουν
και τραβούν γοργά μπροστά.

16 Απ΄τα βάθη των αιώνων
οι ήρωές μας τους θωρούν
και θερμά μ΄ευχές τους ραίνουν
και μ΄ευλόγια όση μπορούν.

17 Κι αν εζούσανε και τώρα,
θα διαδήλωναν μαζί,
με κεινούς όπου η χώρα
θέλουν λεύτερα να ζει.

18 Κι αν υπήρχανε,οι ιδιοι
πρώτοι θα ΄βαζαν φωτιά,
κι άλλη μια στις που ΄χουν ήδη
δόξας παίρνοντας πρωτιά.

19 Ω! Αν εζούσαν οι καλοί μου
θα ΄χανε ξεσηκωθεί
κι όλοι οι άθλιοι του Μαξίμου
θα ΄χανε έρριζα χαθεί.

20 Δε σκοτώθηκαν εκείνοι
για να οργιάζει η διαφθορά
για ν΄ ανθούν μαφιόζων κτήνη
και να καίει η αγορά΄

21 τα παιδιά μας για να βγαίνουν
κούτσουρα από τα σχολειά,
και πάντα άνεργα να μένουν
κι ας γυρεύουνε δουλειά΄

22 οι εργάτες μες στους δρόμους
αρρωσταίνοντας να σβυουν,
να τους λένε παρανόμους
αν πεινώντας απεργούν,

23 ο αλλοπρόσαλλος ο «θείος»
τρισεκατομμύρια να ΄χει
ο λαός ενώ αισίως
για ευρώ ένα δίνει μάχη,

24 kαι αβίωτος να ΄ν΄ο βίος
σε παιδάκια τρυφερά
και να δυστυχεί αισίως
κάθε μια νοικοκυρά.

25 Φλόγα που τα βρώμια καίει
και τα σάπια καταλεί!,
ο εμπρηστής,όχι δε φταίει,
μα η πατρίδα τον φιλεί..

26 Όλοι οι ήρωες του «Αγνώστου»
άμοιροι ήσαν και φτωχοί
που καθένα ο υπουργός του
έστελνε να σκοτωθεί,

27 για να μένει εκείνος σώος
κι απ΄τις σάρκες τους να ζει
σαν αυτός να ΄ναι αθώος
ή αυτοί να ΄ταν χαζοί.

28 Για να βγαίνουν βουλευτήδες
Άκηδες βλητοκουτοί
και να πνίγουν Παπουτσήδες
τις Σαμίνες με κουπί.

29 Οι ήρωες –όχι!-δε χαθήκαν
για να κλέβει ο βουλευτής
κι ο υπουργός να ΄χει για προίκα
θησαυρούς ολοζωής.

30 Και «αυτή ΄ναι η Ελλάδα»
Για να πει πρωθυπουργός,
που του πρέπει μες στη ΓΑΔΑ
και δοχείο ναν΄ νυκτός.

31 Ω! Γενναίοι κουκουλοφόροι!
Η φιλτάτη μας πατρίς
της Βουλής δεν είναι οι χώροι,
μα όπου είστε,είναι,εσείς!

32 Από εσάς, αν είναι να ΄λθει
θα ΄λθει πάλι η λευτεριά
που ο Πολιτικός εβάλθη
ν’ ανταλλάξει με σκλαβιά.

33 Εις εσάς χτυπάει κλεισμένη
της πατρίδος η καρδιά
κι από σας μόνο προσμένει
όπως τότε ελευθεριά.

34 Και ο Ευρωπαίος κυττάει
τον αγώνα τον ιερό
τους δυνάστες σας ρωτάει:
«θε΄τε ν΄αναλάβω εγώ;»

35 Απ΄τις μαύρες σας κουκούλες
πίσω εκρύφθη η λευθεριά
όπως μέσα σε σακκούλες
να μη σβυούνε τα κεριά.

36 Μα κεριού δεν είναι αχτίδα
ό,τι πίσω έχετε εκεί-
μόνο είναι θρυαλλίδα
βόμβας πλούτου φονική.

37 Κι ανυπόμονα το χέρι
που τηνε κρατεί κυττά
καθώς βιάζεται να φέρει
εις στους σκλάβους λευθεριά.

38 Κάψτε πύργους,κάψτε κάστρα,
κτίριο κάψτε αισχρής Βουλής-
στείλτε μήνυμα προς τ΄άστρα
ότι φέγγετε κι εσείς.

39 Ρίξτε πλούτια υψωμένα
ως της φτώχειας το λαιμό!
Ρίξτε ονόματα πρησμένα
από Χρήμα και Καιρό!

40 Σπάστε! Κάψετε! Ρημάξτε!
Κι ό,τι θένε,όποιοι,ας πουν:
Σας τρομάζουνε; Τρομάξτε!
Σας ζημιώνουν; Να χαθούν!

41 Και μη σκέψη γεννηθεί σας
πως χαλάτε ξένο βιος:
όλη η Πλάση είναι δική σας
μιας και βγήκατε στο φως.

42 Κάτω οι πατρίδες όπου
βλέπουν μόνο ένα παιδί
και κάθε άλλο, τόπου όποιου
το αφήνουν να χαθεί.

43 Θάνατος στα έθνη εκείνα
τέκνα ανάξια που γεννούν
και ποδοπατούν τα κρίνα
και τσουκνίδες καλλιεργούν.

44 Κάτω ως ρίχτει ’λάφι λιόντας
ρίξτε κάστρα ανίερα
για του έθνους πολεμώντας
τα σεπτά και τα ιερά.

45 Τέτιο κράτος ας πεθάνει
τέτιο κράτος ας χαθεί
όπου εννιά η κακία κάνει
και μια κάνει η αρετή.

46 Στους μιαρούς της χώρας πρέπει
χαλασμός και συφορά,
χαλασμός αφού τους τέρπει
και φιλούν τη συφορά.

47 Δεν αξίζει για να ζήσει
ένα κράτος σαν αυτό
που ρεμούλα και μπαξίσι
παίζουν μέσα του κρυφτό.

48 Με μολότωφ και σφεντόνα
θα ΄ρθει πάλι ξαστεριά-
με παιδιά που στον αγώνα
πολεμάνε σα θεριά.



49 Και πατρίδα φκιάστε νέα
που η χαρά του καθενού
να ’ναι τ΄άλλου η παρέα-
και οι δυο τους τ’ ουρανού.

50 Και μια φτιάχτε νια πατρίδα
να ΄ναι μάνα για ολουνούς,
καρπισμένη να ’ν’ η ελπίδα
κι άνθος της να είναι ο νους.

51 Και «εκπρόσωποι» να λείψουν
με την πέτρινη ματιά
που κυττούν κάθε να κρύψουν
των πατρώνων τους βρωμιά.

52 Από σας μονάχα η χώρα
θα ’δει πάλι προκοπή,
απ’ των βουλευτών της πρώτα
την κλεψιά αν αποκοπεί....



53 Άγνωστοι Άγνωστον εκάψαν.
Δε σας λέει αυτό,μιαροί,
φωτιά αυτοί πως δεν ανάψαν
μα μνημόσυνου κερί;

54 Υψηλό ό,τι συμβολίζει
του Αγνώστου το ιερό
των νεαρών δεν το βρωμίζει
η ορμή,όσον καιρό.

55 Οι «άγνωστοι» τις ευλογίες
παίρνουν των παλληκαριών
που τιμήσαν τις αξίες
των προγονικών γενιών.

56 Ω! Σεμνοί κουκουλοφόροι!
Α! Ωραίοι καταστροφείς!
Α! Οδηγοί σεις πρωτοπόροι
για τα φώτα της Αυγής!

57 Που εκάψατε θυμώνουν
κάτι κάδους σκουπιδιών
και ουρλιάζοντας ομώνουν
να σας κάνουν σκιες σκιων.

58 Μα οπλισμένμοι μ’ άγιο θάρρος
και με όπλα παιδικά
ο σοφός σεις είστε ο φάρος
που φωτίζει ιδανικά.

59 Κι αυτοί αξίζει να χαθούνε
Απ’ το πρόσωπο της γης-
μες στη μαύρης γης να μπούνε
πάλι φως μη δουν αυγής.

60 Όμως μέσα εις της ψυχής μου
το βαρύν ανασασμό
που ακλουθάει της ζωής μου
του αγώνα τον καυμό,

61 κλαίω τους χωροφυλάκους
που ανίδεος υπουργός
τους ωθεί μέσα σε λάκκους-
τάχα εκεί πως ειν΄ εχθρός.

62 Ειν΄αδέρφια μου και κείνα!
Τα φτωχά μου! Τα καλά!
Που η ανέχεια και η πείνα
μες στις φλέβες τους κυλά.

63 Και αυτό αξιοποιώντας
ο υπουργός τους προσπαθεί
«παρανόμους» δημιουργώντας
μ΄αυτούς σκάλα ν΄ανεβεί.

64 Και τους βάζει να χτυπούνε
αδερφό και αδερφή
ώστε εκείνοι να πονούνε
και να καλοζούν αυτοί.

65 Ναι! Εγώ! Πονώ για κείνους!
Γιατί κάποτε κι εγώ
θύμα ήμουν κάποιου κτήνους
που με κράταγε βουβό.

66 Κι ο υπουργός τους τους κρατάει
με τα μάτια ολοκλειστά
που δε θα ’χε γης να πάει
αν τα είχανε ανοιχτά.



67 Στων αγώνων τ΄ανηφόρι
που στην πρόοδο τραβά
οι έλληνες κουκουλοφόροι
βλέπουν πάντα καθαρά.

68 Ω! Απαίσιοι «πρεπολόγοι»!
Ω! Αχρείοι μαστροποί!
Σας αξίζουν τόσοι ψόγοι
όσοι αίνοι στην ντροπή!

69 Ω! Σεμνοί κουκουλοφόροι!
Ω! Ωραίοι καταστροφείς!
Οδηγοί είστε πρωτοπόροι
για τα φώτα της Αυγής!

70 Οδηγείστε! Οδηγείστε!
Και σας ακλουθάμε εμείς!
Ιχνηλάτες άξιοι είστε
της Χαμένης Μας Τιμής!

71 Το αίμα σας,πυρρό που στάζει,
και γι Αυτήν έχει χυθεί,
η Παιδεία το κυττάζει
απ’ το βάθρο Της σβυστή.

72 Χάμου απ΄της Βουλής ριγμένη
την κερδόσκοπη βουλή,
την πνοή σας περιμένει
να πετάξει σαν πουλί.

73 Σας φωνάζουνε βεβήλους
για σκοπιά που ΄χει καεί-
αλλ΄αυτοί ρίχνουν στους σκύλους
άγια κι όσια για φαϊ.

74 Κι οι «σκοπιές» που εκείνοι χτίζουν
βεβηλώνουν συνεχώς
με το πλούσιο που σκορπίζουν
μαύρο κι άδικο ένα φως.

75 Κι αυτοί σήμερα φωνάζουν
για βεβήλωση ιερών,
που ανεμόμυλοι φαντάζουν
να ΄ναι όλων των καιρών.

76 Κι ο πρωθυπουργός λυσσάει
απ την Εσπερία μακριά
και παλιά λόγια μασάει
και τη μέρα λέει νυχτιά.

77 Και η ίδια η Ευρώπη
δίνοντας λεφτά με ουρά:
«Φέουδό μου όλοι οι τόποι»
υλακτιάει με χαρά.

78 (Α! Ευρώπη! Λίγα θα ΄ναι
και για σένα τα ψωμιά-
οι ασιάτες ξεκινάνε
να σε θάψουν με κορμιά.)

79 Τρεις «μεγάλες» οικογένειες
που το χρήμα δεν ψηφούν
στου λαού πατούν τις έγνιες
πιο «ψηλά» για ν΄ανεβούν.

80 Και με οικογενειοκρατία,
και με μπράβων της τον κλοιο
της Βουλής η Αλητεία
το λαό τρομάζει πλιο.

81 Κι ως σε κάτοπτρο αντικρύζει
τη θωριά της την αισχρή,
’σάς αληταριό βαφτίζει
και φασίστες θεωρεί.

82 Και με τον κουκουλοφόρο
τα ’χουν βάλει οι νουδικοί
που του κλέβουν μες στον ντόρο
και τα τρώνε παρεκεί.

83 Αλλ΄αυτός με μια σφεντόνα
τα όσα κτήνη αψηφά
και μ’ αλύγιστο το γόνα
ν΄ανθρωπίσουν τους ζητά.

84 Και βοηθό έχει παρέκει
του λαού το αγνό λεφούσι
που αν κι ακόμα άπραγο στέκει
μα το τρέμουνε οι πλούσοι..

85 Οι χαφιέδες ενάντιά του
κοάζουνε των καναλιών,
αναμέσον με δεινά του,
φορτωμένων κουταλών.

86 Και βοούν κοντυλοφόροι
με χρυσάφι πληρωτοί
τάχα οι κουκουλοφόροι
για τη χώρα ειναι ντροπή.

87 Και συφέρο αυτοί που έχουν
να ΄χει ο λαός ζυγό,
στα «παράθυρα» όλο τρέχουν
κι άλλα λεν απ΄ό,τι εγώ.

88 Και ιμάτια ξεσκιούνε
για κουκούλες σαν ακούν,
ενώ ευρώ χίλια τσιμπούνε
κάθε λέξη που θα πουν.

89 Και αλήτη τον βαφτίζουν
και τον λεν φασισταριό
το νεαρόν όπου λογχίζει
της δουλείας το θεριό.

90 Και καλά γραββατωμένοι
και τα μάλα κορδωτοί
σκνίπα γίνονται-οι καϋμένοι!-
με ανοησίας πιοτί.

91 Μα τους προσπερνάς σύ όλους
και τα τέτια τ΄αγνοείς-
συ μακριά είσαι από δόλους
και διαθέσεις χαμερπείς,

92 Τους σκυμμένους ξεντροπιάζεις,
τους δοτούς ταρακουνάς
τους φασίστες ξεμπροστιάζεις
και τους δείχνεις και σε μας.

93 Κι αιστανόμαστε ευφροσύνη
σα σε βλέπουμε μπροστά
και ας ειν’ στάχτη να γίνει
ό,τι ο φαύλος σου χρωστά.

94 Για όσους ζουν αναγκεμένοι
στων μεγάλων την κλεψιά,
και στης ζήσης είναι ξένοι
τη γλυκάδα την αψιά,

95 για όσους είν΄ πληγές γεμάτοι
στην καρδιά και στην ψυχή
και γι αυτούς να τους δει μάτι
δεν υπάρχει,ούτε ευχή,

96 για κεινούς που ούτε να δούνε
μέρα ελπίζουνε καλή
και συμπόνιας δεν τρυγούνε
ψεύτικο έστω ένα φιλί,

97 για όσους αίμα τους κι ιδρώτας
των πλουσίων είναι σοδειά
και παρά δε ζουν μετρώντας
μα όλο αναπαραδιά,

98 για κεινούς που να δουλέψουν
θέλουν,κι άνεργοι όλο ζουν,
και που μόνο αν θα κλέψουν
την ημέρα τους περνούν,

99 είναι οι κουκουλοφόροι
φίλοι πρώτοι κι αδερφοί
και σαν του ματιού έχουν κόρη
την αγνή τους τη μορφή.

100 Γι αυτούς οι κουκουλοφόροι
δίκοπο είναι κοφτερό
κι είναι σάρισα και δόρυ
και πιοτό φαρμακερό,

101 όπου σφάζει και τρυπάει
και δλητήριο κερνά
και ο πλούσιος μαρτυράει
κι αίμα ό,τι έφαγε ξερνά.

102 Κι από κείνους καρτεράνε
οι φτωχοί το γδικιωμό
και των τόσων προσδοκάνε
των βασάνων τους σωσμό.



103 Ω! Γενναίοι κουκουλοφόροι!
Η φιλτάτη μας πατρίς
της Βουλής δεν είναι οι χώροι
μα όπου είστε είναι εσείς.

104 Και μη σκέψη γεννηθεί σας
πως χαλάτε ξένο βιος:
όλη η Πλάση είναι δική σας
μιας και βγήκατε στο φως.

-----