Μπορεί να φαντάζει απίστευτο, είναι όμως η πραγματικότητα, μια και το 70% των περιπτέρων της Αθήνας ανήκουν σε ανθρώπους που είναι μεταξύ τους συγχωριανοί.
Κατάγονται από το χωριό Πράμαντα Ιωαννίνων
Περίπτερα μάλιστα όπως το πολύπαθο έξω από το Πολυτεχνείο, καθώς επίσης αυτά της Πλατείας Κολωνακίου, της Ακαδημίας αλλά και του Πειραιά και της Κηφισιάς ανήκουν σε Ηπειρώτες. Φρόντισαν μάλιστα να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους και πλέον ακόμα και τα πρατήρια που προμηθεύουν τα περίπτερα με προϊόντα ανήκουν επίσης σε ανθρώπους που κατάγονται από το συγκεκριμένο χωριό.
....Συνεχίζεται...
Το «ΘΕΜΑ» επισκέφθηκε τα Πράμαντα, την κοιτίδα των περιπτεράδων, στα ορεινά Τζουμέρκα, για να μάθει πώς και γιατί δημιουργήθηκε αυτή η περίεργη παράδοση.
Το χωριό των περιπτεράδων
Όπως είναι φυσικό, η πατρίδα των περιπτεράδων δεν θα μπορούσε να μην έχει το δικό της περίπτερο. Στην πλατεία του χωριού λοιπόν, δίπλα από την πέτρινη εκκλησία και τον μεγάλο πλάτανο, δεσπόζει το κίτρινο σπιτάκι με την κυρία Μαρία Γιώτη να προμηθεύει τους συγχωριανούς της με τσιγάρα και να μοιράζει στα πιτσιρίκια σοκολάτες. «Οι περισσότεροι που φεύγουν για την Αθήνα πάνε για περίπτερα. Ολοι οι περιπτεράδες είναι Πραμαντιώτες», αναφέρει η κυρία Γιώτη και προσθέτει με νόημα «αυτό εδώ όμως το περίπτερο είναι το αρχηγείο τους».
Πώς όμως ξεκίνησε η «κατάληψη» των περιπτέρων της Αθήνας από τους Πραμαντιώτες. «Μετά την Κατοχή άρχιζαν οι συγχωριανοί μας να μεταναστεύουν για την Αθήνα», αναφέρει ο αντιδήμαρχος κ. Ιωάννης Βάνας και συμπληρώνει: «κάποιοι είχαν την ιδέα να νοικιάσουν περίπτερα, χρειάστηκαν όμως και προσωπικό για να τα δουλέψουν. Αρχισαν λοιπόν να προσλαμβάνουν παιδιά από το χωριό που και αυτά με τη σειρά τους αποκτούσαν σιγά - σιγά τη δική τους επιχείρηση».
Όπως συμβαίνει συνήθως, όταν ξεκινά μια νέα παράδοση, τελειώνει μια άλλη. Η φήμη για τα Πράμαντα πριν ξεκινήσει η ιστορία των περιπτέρων ήταν ότι έβγαζε καλούς χτίστες της πέτρας και κτηνοτρόφους μεγάλων κοπαδιών. Πραμαντιώτης, άλλωστε, ήταν και ο «αρχιτέκτονας» του ιστορικού γεφυριού της Πλάκας στα Τζουμέρκα, το μεγαλύτερο μονότοξο των Βαλκανίων.
Όλοι αυτοί όμως «τα παράτησαν και έφυγαν για την Αθήνα», αναφέρει ο κ. Γεώργιος Μπέκας και συνεχίζει «χτίστες και βοσκοί που είχαν μάθει να ζουν στη φύση πήγαν και κλείστηκαν στις φυλακές των περιπτέρων». Μπορεί το μέγεθος των περιπτέρων να είναι μικρό, δεν είναι όμως ανάλογο και με τα ετήσια κέρδη τους.
Ο συνολικός τζίρος των 18.000 περιπτέρων που λειτουργούν αυτήν τη στιγμή πανελλαδικά εκτιμάται ότι ξεπερνά τα 5 δισ. ευρώ και το μεικτό κέρδος υπολογίζεται στο 9-10%. Ο ετήσιος τζίρος μάλιστα περιπτέρων και ψιλικατζίδικων ανέρχεται στο 5% του ΑΕΠ. Αυτό μεταφράζεται σε ετήσια μεικτά κέρδη που αγγίζουν συνολικά τα 500 εκατ. ευρώ, με κάθε περίπτερο να έχει κατά μέσον όρο ετήσιο τζίρο τα 280.000 ευρώ και μέσα μεικτά κέρδη στις 28.000 ευρώ περίπου.
Για τα περίπτερα της Αθήνας, όμως, τα κέρδη είναι ακόμα μεγαλύτερα, μια και σύμφωνα με έρευνα προκύπτει ότι ο μέσος ετήσιος τζίρος φτάνει τις 450.000 ευρώ, ενώ υπήρξε και μία περίπτωση περιπτέρου, που ανέφερε ετήσιο τζίρο 2.920.000 ευρώ. Εύλογα λοιπόν ο κ. Δημήτρης Γκεσούλης αναφέρει: «Εχω ανίψια που έφυγαν μικρά για την Αθήνα και απέκτησαν τρία περίπτερα στην Κηφισιά. Σήμερα έχουν βάλει υπάλληλους να τα δουλεύουν και αυτά ταξιδεύουν συνέχεια στο εξωτερικό». Παρ’ όλα αυτά, και όπως μας αναφέρει ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Επαγγελματιών Ενοικιαστών Καπνοπωλών Περιπτερούχων Ελλάδας, κ. Γιώργος Λάμπρης, τα τελευταία χρόνια τα προβλήματα του κλάδου είναι αρκετά. «Υπάρχουν περίπτερα που βγάζουν μόνο το μεροκάματο, μια και τα ποσοστά επί των κερδών στα περισσότερα προϊόντα είναι μηδαμινά». Εντούτοις, όπως τονίζει, έχει πάρει τις διαβεβαιώσεις ότι το νομοσχέδιο που θα ψηφιστεί στο άμεσο μέλλον θα λύσει πολλά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι περιπτεράδες.
Ο Πραμαντιώτης πρόεδρος των περιπτεράδων.
Ακόμα και ο πρόεδρος τον περιπτεράδων κατάγεται από το γραφικό χωριό στα Τζουμέρκα. Ο κ. Γιώργος Λάμπρης, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Επαγγελματιών Ενοικιαστών Καπνοπωλών Περιπτερούχων Ελλάδας αναφέρει μάλιστα ότι όλα οφείλονται στον πατέρα του. «Ολα ξεκίνησαν τη δεκαετία του ’60 από τον μακαρίτη τον πατέρα μου, Δημοσθένη Λάμπρη», λέει ο κ. Λάμπρης και προσθέτει ότι «Στην αρχή πουλούσε καραμέλες, γυρνώντας με ένα καλαθάκι στους δρόμους της Αθήνας και έπειτα νοίκιασε το πρώτο περίπτερο στην 3η Σεπτεμβρίου, εκεί που σήμερα είναι ο σταθμός πρώτων βοηθειών».
Ανοιχτόμυαλος και δραστήριος, ο πρώτος Πραμαντιώτης περιπτεράς επέκτεινε τις δουλειές του, νοικιάζοντας ακόμη ένα περίπτερο στην Ακαδημίας, δίπλα από το πνευματικό κέντρο. «Οι δουλειές πήγαιναν καλά, οπότε ενημέρωσε συγγενείς και συγχωριανούς οι οποίοι με τη σειρά τους ακολούθησαν το επάγγελμα. Αλλος περίπτερο στον Πειραιά άλλος στου Ζωγράφου, αυτό μάλιστα έξω από το Πολυτεχνείο το δουλεύει συγχωριανός μου. Επιπλέον υπήρξε περίοδος που όλα τα περίπτερα της Πλατείας Κολωνακίου άνηκαν σε Πραμαντιώτες». Γρήγορα λοιπόν οι Πραμαντιώτες και γενικότερα Ηπειρώτες έκαναν «κατάληψη» στα περίπτερα της πρωτεύουσας. Κάθε οικογένεια διαχειριζόταν τρία και τέσσερα περίπτερα, με αποτέλεσμα να έχουν ανάγκη από υπαλλήλους. «Φέρναμε νέα παιδιά από το χωριό μας για δουλειά. Μάλιστα οι υπάλληλοί μας έμεναν στο σπίτι μας. Ο πατέρας μου τους έκανε συνέταιρους και σιγά - σιγά τους βοηθούσε να αποκτήσουν το δικό τους περίπτερο», αναφέρει ο κ. Λάμπρης.
Κάπως έτσι δημιουργήθηκε η παράδοση, με αποτέλεσμα όχι μόνο η πλειονότητα των περιπτεράδων αλλά και των ιδιοκτητών πρατηρίων που τα προμηθεύουν με προϊόντα να είναι συγχωριανοί. Σήμερα από τα 6.000 περίπτερα σε Αθήνα και Πειραιά, περίπου τα 4.000 τα δουλεύουν Ηπειρώτες.
Ο πρόεδρός τους μάλιστα αναφέρει ότι έχουν δημιουργηθεί και άλλες παραδόσεις, όπως αυτή με τους Ζακυνθινούς που νοικιάζουν τα περίπτερα της οδού Αθηνάς στο κέντρο της Αθήνας ή τους Πελοποννήσιους που δραστηριοποιούνται κυρίως στα περίπτερα του Πειραιά
Αν υπάρχει "Συνεχίζεται..." πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα...