Ειδήσεις

10 Σεπ 2008

Ο βιολιστής στο... μπακάλικο - Παίζει εδώ και 65 χρόνια, τώρα πια στους πελάτες του μαγαζιού του

Στα ογδόντα χρόνια του σήμερα, ο κ. Παναγιώτης Μπαρούνης από τον Άγριλο Μεσσηνίας παίζει εδώ κι εξήντα πέντε χρόνια βιολί. Έχει παίξει σε πανηγύρια σε όλη την Ελλάδα, έχει ταξιδέψει δεκαεπτά φορές στην Ευρώπη και την Αμερική για να παίξει μπροστά σε ομογενείς, παίζει καθημερινά- με ακροατές τους πελάτες του, στο παραδοσιακό μπακάλικο που έχει μαζί με τη γυναίκα του, στο χωριό του.
........
Συνεχίζεται...

«”Τι διάβολο κάνει αυτό το παιδί;”, απορούσε ο πατέρας μου όταν μ΄ έβλεπε πιτσιρίκι να παίζω με την ξύλινη τάβλα με τα σύρματα, το αυτοσχέδιο ψεύτικο βιολί μου...», θυμάται ο κ. Μπαρούνης. «Πρέπει να γεννήθηκα μουσικός, δεν μπορώ να το εξηγήσω διαφορετικά. Μικρός έβλεπα βέβαια να παίζουν μουσική στα πανηγύρια, αλλά δεν είχαν μόνο βιολί· πώς αυτό “καρφώθηκε” στη σκέψη μου, ούτε εγώ ο ίδιος μπορώ να το απαντήσω. Δεν ήξερα καν να μετρήσω κι όμως, βιολί ζητούσα...», λέει χαρακτηριστικά στα «ΝΕΑ». Στα δεκαπέντε του, η απόπειρα συστηματικής εκμάθησης του αγαπημένου του μουσικού οργάνου αποτυγχάνει. «”Έλα να πάμε σε δάσκαλο”, με προέτρεψε ο αδερφός μου. Πήγα πράγματι σε Ρώσο μουσικό, τού ΄παιξα το “Παναγιωτίτσα η λυγερή”, αργό παραδοσιακό καλαματιανό, που είχα κιόλας μάθει μόνος μου. “Άσ΄ το, δεν μπορώ να σου κάνω τίποτα”, μου είπε εκείνος, όταν με ρώτησε τι μαθητής ήμουν. Κλάσματα και διαίρεση έπρεπε απαραίτητα να ξέρω για να παίξω σωστά αυτό το όργανο. Έτσι έφυγα αμέσως, άπρακτος...», περιγράφει. Κάτω, πάντως, δεν το έβαλε. «Από 20 χρόνων έπαιζα παντού, σε όλη την Ελλάδα, δυο-τρία τραγούδια από κάθε νομό τα ήξερα- έγραψα και δικά μου, που βγήκαν και σε δισκάκια. Για δεκαετίες ολόκληρες, πανηγύρι για πανηγύρι δεν είχα αφήσει!». Αργότερα, μετά τα 50 του, ταξίδεψε 17 φορές και στην υπόλοιπη Ευρώπη, ακόμα και στην Αμερική. «”Ταΰγετο” και “Μεσσηνία” έπαιζα εκεί κι έκλαιγαν με συγκίνηση οι Έλλη νες...», καμαρώνει. «Δεν σταματάω...» Σήμερα, λίγα χιλιόμετρα έξω από την Καλαμάτα, στο παραδοσιακό παντοπωλείο που διατηρεί με τη σύζυγό του στο χωριό του, τον Άγριλο, εξακολουθεί να παίζει. «Δεν σταματάω καθόλου να παίζω και στο μαγαζί. Όταν οι τηλεοράσεις δείχνουν παραδοσιακά τραγούδια, εγώ πιάνω το βιολί μου και τις συνοδεύω! Δεν υπάρχει ημέρα που να μην παίξω- το βιολί άμα δεν το πιάσεις, σ΄ άφησε. Ακόμα και σήμερα, ανακαλύπτω σε αυτό ήχους που τόσα χρόνια δεν ήξερα...», λέει. Το μόνο που θέλει για να ακουστούν οι μελωδίες του είναι η... άκρα σιωπή, κανείς να μην τον διακόψει στην «ιεροτελεστία» του, ούτε φίλος ούτε πελάτης στο μπακάλικο. «Αν κάποιος, την ώρα που παίζω κουβεντιάζει ή μου δείξει πως δεν θέλει να με ακούσει, πάει να πει πως είτε δεν κατάλαβε τίποτε από τη μουσική μου είτε εγώ δεν ξέρω να παίζω. Γι΄ αυτό κι εγώ τότε σταματώ και φεύγω...», ξεκαθαρίζει. Εξίμισι δεκαετίες βιολιστής, ο κυρ-Παναγιώτης έχει αλλάξει πέντε βιολιά όλα κι όλα. «Σημασία δεν έχει απαραίτητα το καλό βιολί, αλλά κυρίως τα δάχτυλά σου, αυτά σε κάνουν να ξεχωρίζεις. Ο καλός ο βιολιστής θα κάνει και το μουγκό όργανο να παίξει- με Στραντιβάριους, βέβαια, ακόμα και τα άγρια θηρία της ζούγκλας θα πλησιάσουν για να τ΄ ακούσουν», λέει γλαφυρά.