Μήνυμα αναγνώστη
.....
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΣΥΜΦΩΝΙΩΝ ΤΟΥ ΕΛΣΙΝΚΙ
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
8 Ιανουαρίου 2009
Ευρωκαταδίκη Ελλάδας για φόνο 18χρονου. Δέκατη καταδίκη για αστυνομική βία.
Το Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι (ΕΠΣΕ) εκφράζει τη μεγάλη ικανοποίησή του για τη σημερινή ομόφωνη καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) στην Υπόθεση Λεωνίδη. Η σχετική προσφυγή με αριθμό Νο. 43326/05 υποβλήθηκε στο ΕΔΔΑ από το ΕΠΣΕ σε συνεργασία με το δικηγόρο Ιωάννη Νισύριο.
Η Ελλάδα, κατά το ΕΔΔΑ, παραβίασε το Άρθρο 2 (δικαίωμα στη ζωή) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Σημειώνεται πως τα ελληνικά διοικητικά δικαστήρια είχαν ήδη αποζημιώσει το 2007 τον πατέρα του θύματος με 80.000 ευρώ, ενώ το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Κατερίνης είχε αθωώσει τον αστυνομικό με ψήφους 4-3 στις 21 Ιουνίου 2005.
Παλαιότερη αναλυτική παρουσίαση από το ΕΠΣΕ των γεγονότων του φόνου του 18χρονου παλιννοστούντα Νίκου Λεωνίδη από αστυνομικό στις 25 Μαρτίου 2000 και της διερεύνησης ακολουθεί. Η προσφυγή είχε γίνει στο όνομα του πατέρα του Γρηγόριου Λεωνίδη.
…..
Συνεχίζεται…
Η απόφαση είναι πολύ σημαντική καθώς το ΕΔΔΑ επανέλαβε πως σε περιπτώσεις αστυνομικής βίας δεν αρκεί η αποζημίωση του θύματος. Το Δικαστήριο τόνισε πως αν δεν υπάρχει δίωξη και τιμωρία των υπευθύνων, θα είναι δυνατό αστυνομικοί να παραβιάζουν ατιμώρητα τα δικαιώματα των πολιτών που έχουν υπό τον έλεγχό τους με αποτέλεσμα να είναι πρακτικά αναποτελεσματική η θεμελιώδης απαγόρευση βασανιστηρίων, κακομεταχείρισης και φόνων. Εξετάζοντας την ουσία της υπόθεσης, το Δικαστήριο υπογράμμισε πως η διακινδύνευση της ζωής κατά τη διάρκεια σύλληψης με χρήση θανατηφόρας βίας όταν δεν υπάρχει απειλή κατά του αστυνομικού είναι απαράδεκτη ακόμα και αν χωρίς τη χρήση βίας υπάρχει περίπτωση ο πολίτης να διαφύγει τη σύλληψη. Ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπως η προκείμενη όπου το θύμα ούτε είχε παρανομήσει ούτε είχε βίαιη ή απειλητική συμπεριφορά: απλώς μαζί με φίλους του έτρεξαν για να αποφύγουν έλεγχο αυτότητας από άτομα με πολιτικά που βγήκαν από συμβατικό αυτοκίνητο και άρα δεν ήταν σίγουρο πως ήταν αστυνομικοί, όπως επισημαίνει το Δικαστήριο. Ο αστυνομικός όταν τελικά συνέλαβε το θύμα, όφειλε να είχε βάλει το όπλο στη θήκη του και όχι να το κρατά με το χέρι στη σκανδάλη την ώρα που περνούσε τις χειροπέδες, προσέθεσε το Δικαστήριο, τονίζοντας τέλος πως ειδικά την εποχή εκείνη το απαράδεκτο νομικό πλαίσιο για τη χρήση των όπλων σήμαινε απουσία κατάλληλης εκπαίδευσης των αστυνομικών που έτσι ενεργούσαν με ανευθυνότητα.
Τα γεγονότα και η απόφαση συνοψίζονται σε δελτίο τύπου του ΕΔΔΑ, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα http://cmiskp.echr.coe.int/tkp197/view.asp?item=1&portal=hbkm&action=html&highlight=&sessionid=17799370&skin=hudoc-pr-en (στα αγγλικά) που επισυνάπτεται. Το πλήρες κείμενο της απόφασης του ΕΔΔΑ είναι διαθέσιμο στα αγγλικά στην ιστοσελίδα http://cmiskp.echr.coe.int/tkp197/view.asp?action=html&documentId=845148&portal=hbkm&source=externalbydocnumber&table=F69A27FD8FB86142BF01C1166DEA398649.
Το ΕΠΣΕ υπενθυμίζει πως πρόκειται για την τέταρτη καταδίκη της Ελλάδας από το ΕΔΔΑ για παραβίαση του Άρθρου 2 σε υπόθεση πυροβολισμού από αστυνομικό με όπλο. Η πρώτη καταδίκη, στις 20 Δεκεμβρίου 2004, αφορούσε τραυματισμό του Χρήστου Μακαρατζή στις 13 Σεπτεμβρίου 1995. Η δεύτερη καταδίκη, στις 21 Ιουνίου 2007, αφορούσε τραυματισμό που άφησε παράλυτο στις 26 Ιανουαρίου 1998 το Ρομ Γιάννη Καραγιαννόπουλο, για λογαριασμό του οποίου είχε προσφύγει στο ΕΔΔΑ το ΕΠΣΕ. Η τρίτη καταδίκη, στις 5 Ιουλίου 2007, αφορούσε το θανάσιμο τραυματισμό, στις 21 Νοεμβρίου 2001, του Αλβανού Gentjan Celniku για λογαριασμό των αδελφών του οποίου είχε προσφύγει στο ΕΔΔΑ το ΕΠΣΕ.
Υπάρχουν επίσης τέσσερις καταδίκες της Ελλάδας από το ΕΔΔΑ για κακοποίηση πολιτών από αστυνομικούς. Η πρώτη στις 13 Δεκεμβρίου 2005 για κακοποίηση στις 8 Μαΐου 1998 από αστυνομικούς των Ρομά Λάζαρου Μπέκου και Λευτέρη Κουτρόπουλου για λογαριασμό των οποίων είχε προσφύγει στο ΕΔΔΑ το ΕΠΣΕ. Η δεύτερη στις 18 Ιανουαρίου 2007 για κακοποίηση του Σύριου μετανάστη Mhn Ghassan Alsayed Allaham στις 8 Σεπτεμβρίου 1998. Η τρίτη στις 24 Μαΐου 2007 για κακοποίηση του Δημήτρη Ζελίδη στις 23 Δεκεμβρίου 2001, για λογαριασμό του οποίου είχε προσφύγει στο ΕΔΔΑ το ΕΠΣΕ. Η τέταρτη στις 6 Δεκεμβρίου 2007 για κακοποίηση της Ρομνί Φανής-Γιανούλας Πετροπούλου-Τσακίρη στις 28 Ιανουαρίου 2002 για λογαριασμό των οποίων είχε προσφύγει στο ΕΔΔΑ το ΕΠΣΕ.
Παράλληλα, υπάρχουν και δύο καταδίκες της Ελλάδας από την Επιτροπή Ανθρώπινων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (UN Human Rights Committee - HRC) για κακοποίηση πολιτών από αστυνομικούς. Η πρώτη στις 28 Μαρτίου 2006, για ομολογία του Αλέξανδρο Κουΐδη ως αποτέλεσμα κακομεταχείρισης από την αστυνομία, μεταξύ 17 Μαΐου και 27 Ιουνίου 1991. Η δεύτερη στις 24 Ιουλίου 2008 για κακοποίηση στις 14 Ιουνίου 2001 του Ανδρέα Καλαμιώτη για λογαριασμό του οποίου είχε προσφύγει στην HRC το ΕΠΣΕ.
Το ΕΠΣΕ συνοψίζει πως οι επτά από τις δέκα υποθέσεις καταδίκης της Ελλάδας για αστυνομική βία έγιναν μετά από προσφυγές του ΕΠΣΕ. Αναλυτικά στοιχεία για τις υποθέσεις αυτές καθώς και για τέσσερις άλλες υποθέσεις του ΕΠΣΕ που οδήγησαν σε 21 καταδίκες της Ελλάδας στις 11 υποθέσεις του ΕΠΣΕ ακολουθούν. Ανάλυση υπερεκατό περιπτώσεων αστυνομικής βίας (μεταξύ των οποίων και της παρούσας) υπάρχει επίσης στο βιβλίο του Εκπροσώπου του ΕΠΣΕ Παναγιώτη Δημητρά Αναζητώντας τα χαμένα δικαιώματα στην Ελλάδα – η σκοτεινή πλευρά της Ελληνικής Δημοκρατίας που μόλις κυκλοφόρησε στη σειρά Αντιρρήσεις των εκδόσεων «τυπωθήτω» - Γ. & Κ. Δαρδανού (βλπ. σχετικό δελτίο τύπου στην ιστοσελίδα http://cm.greekhelsinki.gr/index.php?sec=192&cid=3200).
«Η Ελλάδα πρέπει να παραδεχθεί πως έχει πρόβλημα αστυνομικής βίας και ατιμωρησίας το οποίο είναι διαχρονικό αφού τα περιστατικά στις υποθέσεις αυτές συνέβησαν πριν από το 2004» δήλωσε ο εκπρόσωπος του ΕΠΣΕ Παναγιώτης Δημητράς. «Όσο οι λίγοι αστυνομικοί που χρησιμοποιούν –συχνά θανατηφόρο- βία μένουν ατιμώρητοι, θα κηλιδώνεται ολόκληρο το αστυνομικό σώμα που αποδέχεται αυτές τις πρακτικές. Συνέπεια αυτού είναι να θεωρούνται εν δυνάμει βίαιοι και οι δεκάδες χιλιάδων αστυνομικών που όμως ποτέ δεν χρησιμοποίησαν παρόμοιες μεθόδους. Ως εκπρόσωποι όλων αυτών των αστυνομικών οι συνδικαλιστικοί φορείς τους ας απαιτήσουν από την πολιτεία να δοθεί τέλος στην κατάσταση αυτή, αντί να τρέχουν σχεδόν μετά από κάθε βίαιο συμβάν να δικαιολογούν τις ενέργειες των συναδέλφων του», πρόσθεσε ο Παναγιώτης Δημητράς.
ΝΙΚΟΣ ΛΕΩΝΙΔΗΣ, Θεσσαλονίκη, 25/3/2000
http://www.greekhelsinki.gr/bhr/greek/special_issues/ai-ihf-torture-background/Nikos%20Leonidis%20gr.doc
[φωτογραφία ΑΠΕ από την κηδεία του θύματος σε μεγαλύτερη ανάλυση στην ιστοσελίδα
http://greekhelsinki.gr/bhr/english/special_issues/ai-ihf-torture-background/Nikos%20Leonidis%20funeral.jpeg]
1. Απόσπασμα από την Έκθεση των Διεθνούς Αμνηστίας – Διεθνούς Ομοσπονδίας Ελσίνκι (2002): «Ελλάδα: Στη σκιά της ατιμωρησίας – Κακομεταχείριση και κακή χρήση πυροβόλων όπλων» [προσωρινή μετάφραση από το Ελληνικό Τμήμα της ΔΑ]
ΝΙΚΟΣ ΛΕΩΝΙΔΗΣ, ΝΕΚΡΟΣ
ΟΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΥ Ζ. ΑΠΟΡΡΙΦΘΗΚΑΝ
Τις πρώτες πρωινές ώρες της 25ης Μαρτίου 2000, ο Νίκος Λεωνίδης, 18χρονος Ρωσοπόντιος, έχασε τη ζωή του πυροβολούμενος από αστυνομικό στη Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με την περιγραφή του περιστατικού, όπως παρουσιάστηκε σε μετέπειτα δικαστική απόφαση, ο αστυνομικός Ζ. οδηγούσε περιπολικό της αστυνομίας όταν αντιλήφθηκε τρεις νεαρούς στον δρόμο. Οι τρεις δεν διέπρατταν κάποιο αδίκημα, αλλά ο Ζ. πρόσεξε στον καθρέφτη του ότι ένας από τους νεαρούς γύρισε και κοιτούσε το περιπολικό που περνούσε. Πρόσφατα είχαν γίνει κάποιες κλοπές σε εκείνη την οδό, έτσι ο Ζ. αποφάσισε να εξακριβώσει τα στοιχεία τους. Ωστόσο, καθώς έκανε όπισθεν προς τους τρεις νεαρούς, εκείνοι τράπηκαν σε φυγή. Ο Ζ. και ένας συνάδελφός του καταδίωξαν δύο από τους νεαρούς, ο ένας από τους οποίους ήταν ο Νίκος Λεωνίδης. Σύμφωνα με τον Ζ., καθώς πλησίαζε τον Νίκο Λεωνίδη, εκείνος έβαλε το χέρι στο εσωτερικό μέρος του μπουφάν του. Ο Ζ., υποπτευόμενος ότι ο Νίκος Λεωνίδης ίσως ετοιμαζόταν να βγάλει κάποιο όπλο, τράβηξε το υπηρεσιακό του περίστροφο. Με το περίστροφο στο δεξιό του χέρι, φώναξε στον Νίκο Λεωνίδη «Αστυνομία, ακίνητος». Με το αριστερό χέρι συνέλαβε τον νεαρό, τον έσπρωξε επάνω σε ένα αυτοκίνητο και τον ακινητοποίησε, αναγκάζοντάς τον να σηκώσει ψηλά τα χέρια και να τα τοποθετήσει στον ουρανό του αυτοκινήτου. Έπειτα, με το αριστερό χέρι ο Ζ. έφερε τον αριστερό καρπό του νεαρού πίσω από την πλάτη για να του περάσει χειροπέδες. Σύμφωνα με τον Ζ., εκείνη τη στιγμή ο Νίκος Λεωνίδης τον χτύπησε με τον δεξιό αγκώνα στο δεξί πλευρό, προκαλώντας του οξύ πόνο.[1] Αντιδρώντας στον πόνο, ο Ζ. λύγισε προς τα εμπρός, μετά επανήλθε, ενώ το περίστροφό του –το οποίο μέχρι εκείνη τη στιγμή κρατούσε στραμμένο προς τον ουρανό– εκπυρσοκρότησε τυχαία, ρίχνοντας εξ επαφής μία και μοναδική βολή κάτω από το δεξιό αυτί του Νίκου Λεωνίδη, σκοτώνοντάς τον ακαριαία. Ο συνάδελφος του Ζ., ο μόνος μάρτυρας του περιστατικού, κατέθεσε αργότερα ότι εκείνη τη στιγμή βρισκόταν σε απόσταση περίπου πέντε μέτρων, αλλά δεν είδε με ποιον τρόπο πυροβόλησε το όπλο, παρ’ όλο που είδε τον Ζ. να ακινητοποιεί το θύμα, καθώς και το χτύπημα που δέχτηκε ο Ζ.
Ζ. συνελήφθη λίγο αργότερα και του απαγγέλθηκαν κατηγορίες για ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο καθ’ υπέρβαση των ορίων της άμυνας και για παράνομη οπλοχρησία. Αφέθηκε ελεύθερος με δικαστική εντολή τρεις ημέρες αργότερα.
Ο θάνατος του Νίκου Λεωνίδη προκάλεσε κατακραυγή. Δημοσίευμα παρέθετε την οργισμένη αντίδραση μελών της ποντιακής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, που παραπονέθηκαν για παρενοχλήσεις από την αστυνομία: «Μας κάνουν έλεγχο χωρίς λόγο, μόνο και μόνο επειδή μας ακούνε να μιλάμε σπαστά ελληνικά». Ο Αντιπρόεδρος της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Θεσσαλονίκης διέψευσε αυτούς τους ισχυρισμούς: «Η αστυνομία δεν διακατέχεται από ρατσισμό». Επέρριψε την ευθύνη, αντιθέτως, στον πεπαλαιωμένο εξοπλισμό, παραπονούμενος ότι στους αστυνομικούς χορηγούνται υπηρεσιακά περίστροφα που χρονολογούνται από το 1965 και «δεν ασφαλίζουν όπως τα πιστόλια και υπάρχει κίνδυνος να εκπυρσοκροτήσουν, όπως έγινε στη συγκεκριμένη περίπτωση… οι συνάδελφοι αναγκάζονται να αγοράσουν άλλα με δικά τους χρήματα».[2]
Μετά από δικαστική ανάκριση, η υπόθεση παραπέμφθηκε στο αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, το οποίο στις 29 Μαρτίου 2001 αποφάσισε ότι ο Ζ. δεν πρέπει να διωχθεί και να παραπεμφθεί σε δίκη. Σύμφωνα με αυτήν την απόφαση, ο θάνατος του Νίκου Λεωνίδη επήλθε από την αιφνίδια και βίαιη επίθεσή του κατά του Ζ. και από την τυχαία εκπυρσοκρότηση του περιστρόφου του Ζ. που ήταν συνέπεια αυτής της επίθεσης. Ο πατέρας του Νίκου Λεωνίδη προσέφυγε κατά αυτής της απόφασης. Στην προσφυγή του προέβαλε τα επιχειρήματα ότι η περιγραφή των γεγονότων από τον Ζ. ήταν αντιφατική και ότι τα βαλλιστικά στοιχεία και τα πορίσματα της αυτοψίας δεν υποστήριζαν την περιγραφή του για το περιστατικό. Συγκεκριμένα επισήμαινε το γεγονός ότι το περίστροφο μπορούσε να εκπυρσοκροτήσει μόνο αν πατήθηκε η σκανδάλη. Στις 18 Μαΐου 2001, ο Αντεισαγγελέας Εφετών Θεσσαλονίκης παρουσίασε την προσφυγή στο Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης. Πρότεινε να γίνει δεκτή η προσφυγή και συνιστούσε περαιτέρω να παραπεμφθεί σε δίκη ο Ζ. με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση με άμεσο δόλο, αντί για την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο και καθ’ υπέρβαση των ορίων της άμυνας. Σημείωνε ότι ο Νίκος Λεωνίδης είχε ήδη συλληφθεί όταν πυροβολήθηκε και δεν παρουσίαζε κανέναν κίνδυνο, επομένως δεν μπορούσε να υπάρχει ζήτημα αυτοάμυνας. Προέβαλε επίσης το επιχείρημα ότι ο Ζ. ήταν έμπειρος αστυνομικός και ότι εκείνη την ώρα κρατούσε το όπλο ορθά, με το δάκτυλο στη σκανδάλη. Κατά την άποψή του, ο Ζ. πυροβόλησε εκδικητικά τον Νίκο Λεωνίδη, αντιδρώντας στον πόνο που του είχε αυτός προκαλέσει.
Το Συμβούλιο Εφετών, ωστόσο, επικύρωσε την απόφαση να μη γίνει κατηγορία σε βάρος του Ζ. Στην απόφασή του, με ημερομηνία 18 Ιουνίου 2001, επέρριπτε ολόκληρη την ευθύνη για τον θάνατο του Νίκου Λεωνίδη στο ίδιο το θύμα. «Το χτύπημα [με τον αγκώνα] αιφνιδίασε τον κατηγορούμενο, το σώμα του λύγισε αρχικά προς τα εμπρός και μετά προς τα πίσω και αριστερά, λόγω του πόνου και του αιφνιδιασμού που αισθάνθηκε και το όπλο του, που ήταν περίστροφο [ADE 3316 Smith and Wesson, διαμετρήματος 357 Magnum]και δεν είχε εκ κατασκευής ασφάλεια, εκπυρσοκρότησε».[3]
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο συμπέρασμα αυτό δεν υποδεικνύεται πώς πιέστηκε η σκανδάλη, αν και μοιάζει να υπαινίσσεται ότι η εκπυρσοκρότηση του περιστρόφου συνδεόταν με κάποιον τρόπο με τις κινήσεις του σώματος του Ζ.
Το Συμβούλιο Εφετών δικαιολόγησε περαιτέρω την αποδοχή της περιγραφής του Ζ. για την φερόμενη ως απόπειρα διαφυγής, μετά τη σύλληψη, του Νίκου Λεωνίδη και την επίθεσή του εναντίον του Ζ., με το εξής σκεπτικό: ότι ο Νίκος Λεωνίδης είχε έναν φίλο που φέρεται ότι είχε διαπράξει αδικήματα, ότι ο αδελφός του είχε κατηγορηθεί για διάφορα αδικήματα, ότι ο ίδιος είχε στο παρελθόν τεθεί υπό κράτηση από την αστυνομία για εξακρίβωση στοιχείων ως ύποπτος, ότι σε ηλικία 14 ετών είχε πάρει μια μοτοσικλέτα για βόλτα και ότι στην αυτοψία βρέθηκαν ίχνη ναρκωτικών στο αίμα του. Έτσι, το συμβούλιο προέβαλε το επιχείρημα: «… είναι απολύτως λογικό το θύμα να ήθελε, πάση θυσία, να αποφύγει τη σύλληψη, γι’ αυτό και έκανε τις παραπάνω ενέργειες».
Το Συμβούλιο Εφετών αποφάνθηκε, από την άλλη πλευρά, ότι την εν λόγω νύχτα ο Ζ. «… εκτέλεσε κατά τον πλέον άψογο τρόπο τα καθήκοντά του. Καταδίωξε τον αποβιώσαντα με επαγγελματική ευσυνειδησία, δεν πυροβόλησε κατά την καταδίωξη, παρότι άλλος στη θέση του ίσως το έκανε [η έμφαση προστέθηκε], γιατί κινούνταν εντός κατοικημένης περιοχής και υπήρχε κίνδυνος τραυματισμού κάποιου…» Και συμπέραινε: «Από πουθενά δε δεν προέκυψε ότι ο ίδιος, μπορούσε, βάσει των περιστάσεων που εκτέθηκαν και των γενικών γνώσεων και ικανοτήτων του, να προβλέψει και να αποφύγει τον θάνατο του θύματος».
Αυτό το συμπέρασμα φαίνεται να αγνοεί όχι μόνο τα διεθνή πρότυπα για τη χρήση βίας και πυροβόλων όπλων, αλλά και την ελληνική νομοθεσία. Υπαινίσσεται ότι ο Ζ. επέδειξε ασυνήθιστη και παραδειγματική αυτοσυγκράτηση με το να μην πυροβολήσει εναντίον του Νίκου Λεωνίδη όταν τον καταδίωκε – παραβλέποντας το γεγονός ότι ο Νίκος Λεωνίδης, όταν τον αντιλήφθηκε αρχικά ο Ζ., δεν διέπραττε κανένα ποινικό αδίκημα, πολύ λιγότερο δε βίαιο αδίκημα, ότι του περιστατικού δεν προηγήθηκε κανενός είδους βία ή ταραχή και ότι ο Νίκος Λεωνίδης δεν απείλησε τον Ζ. με όπλο, ούτε κατά την καταδίωξη, ούτε κατά τη σύλληψη.
Η οικογένεια του Νίκου Λεωνίδη έχει προσφύγει στον Άρειο Πάγο κατά της απόφασης να απορριφθούν οι κατηγορίες σε βάρος του Ζ. και τα αποτελέσματα της προσφυγής αναμενόταν, σύμφωνα με αναφορές, να γίνουν γνωστά τον Σεπτέμβριο του 2002.
Κακούργημα ή πλημμέλημα;
Όπως είδαμε, στις τέσσερις περιπτώσεις που περιγράφηκαν παραπάνω ο κατηγορούμενος διώχθηκε αρχικά με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο. Στην πρώτη περίπτωση οι κατηγορίες απορρίφθηκαν και ο κατηγορούμενος δεν παραπέμφθηκε σε δίκη, παρά την προσφυγή της οικογένειας του θύματος και την πρόταση του Εισαγγελέα Εφετών. Στις τρεις άλλες περιπτώσεις ο κατηγορούμενος παραπέμφθηκε σε δίκη και καταδικάστηκε για την ελαφρύτερη κατηγορία της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, παρ’ όλο που οι οικογένειες του Στέφανου Σαπουνά και του Μάρκο Μπουλάτοβιτς προσέφυγαν, ανεπιτυχώς, ζητώντας να δικαστεί ο κατηγορούμενος με την αρχική κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο. Το ζήτημα της κατάταξης αυτών των αδικημάτων έχει σημαντικές πρακτικές συνέπειες όχι μόνο για τον κατηγορούμενο, αλλά και για τους συγγενείς του θύματος εφ’ όσον παρίστανται στη δίκη ως πολιτική αγωγή. Η ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο είναι κακούργημα, η σοβαρότερη κατηγορία ποινικού αδικήματος, για το οποίο τα δικαστήρια –ανάλογα με τις συνθήκες υπό τις οποίες διαπράχθηκε– μπορούν να επιβάλουν ποινές κάθειρξης που κυμαίνονται από πέντε έτη μέχρι ισόβια κάθειρξη. Η ανθρωποκτονία από αμέλεια, από την άλλη πλευρά, κατατάσσεται ως πλημμέλημα και τιμωρείται με φυλάκιση τριών μηνών έως πέντε ετών.[4] Οι πολιτικώς ενάγοντες έχουν δικαίωμα να προσφύγουν κατά μιας απόφασης του δικαστικού συμβουλίου να μην παραπέμψει τον κατηγορούμενο σε δίκη. Εντούτοις, μπορούν να προσφύγουν κατά άλλων αποφάσεων του δικαστικού συμβουλίου μόνο εφ’ όσον ο κατηγορούμενος κατηγορείται για αδίκημα για το οποίο η ελάχιστη ποινή υπερβαίνει το ένα έτος φυλάκισης. Όπως είδαμε, αυτό σημαίνει, για παράδειγμα, ότι οι συγγενείς του Στέφανου Σαπουνά δεν είχαν το δικαίωμα να αμφισβητήσουν την απόφαση του δικαστικού συμβουλίου να παραπέμψει τον Αθανάσιο Ζιώγα σε δίκη με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από αμέλεια.
Επιπλέον, η κατάταξη του αδικήματος καθορίζει επίσης το ισχύον χρονικό όριο παραγραφής. Για κακούργημα το όριο παραγραφής είναι 15 χρόνια (20 χρόνια για κακουργήματα που τιμωρούνται με ισόβια κάθειρξη) και μπορεί να παραταθεί για πέντε χρόνια επιπλέον. Στην περίπτωση των πλημμελημάτων (όπως η ανθρωποκτονία από αμέλεια) το όριο παραγραφής είναι μόνο πέντε χρόνια και μπορεί να παραταθεί για τρία χρόνια επιπλέον. Με δεδομένη τη συχνά παρατεταμένη διάρκεια των νομικών διαδικασιών (περισσότερα από πέντε χρόνια πέρασαν πριν προσαχθούν σε δίκη πρωτοδίκως οι αστυνομικοί που κατηγορούνταν για τις ανθρωποκτονίες των Στέφανου Σαπουνά και Αναστασίου Μουράτη) υπάρχει ο κίνδυνος, σε περιπτώσεις όπου ο κατηγορούμενος κατηγορείται για ανθρωποκτονία από αμέλεια, να μην επιτευχθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση εντός της νόμιμης οκταετίας και κατά συνέπεια να διακοπεί η δίωξη εναντίον του κατηγορουμένου.
2. Απόσπασμα από το Ενημερωτικό Σημείωμα του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης για την Έκθεση ΔΑ-ΔΟΕ (Σεπτέμβριος 2002)
«16. Υπόθεση ΛΕΩΝΙΔΗ Νικολάου:
Με αφορμή τον θανάσιμο τραυματισμό του ιδιώτη ΛΕΩΝΙΔΗ Νικολάου από αστυνομικό, που έλαβε χωρά την 24/25.3.2000 στην Άνω Πόλη Θεσσαλονίκης, διενεργήθηκε Ε.Δ.Ε, από την οποία προέκυψε ότι η εκπυρσοκρότηση του όπλου του αστυνομικού προήλθε από τη βίαιη και αιφνίδια επίθεση του θανόντος, εναντίον του αστυνομικού, στην προσπάθειά του να διαφύγει της σύλληψης. Η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο.
Το Συμβούλιο Πλημ/κών Θεσσαλονίκης με βούλευμά του αποφάνθηκε να μη γίνει κατηγορία. Κατ’ αυτού του απαλλακτικού βουλεύματος ασκήθηκε έφεση από την πολιτική αγωγή και ακολούθησε αίτηση αναίρεσης κατά του βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Θεσσαλονίκης η οποία εκκρεμεί στον Άρειο Πάγo.»
3. Συμπληρωματικές Πληροφορίες και Ενημέρωση
Τον Απρίλιο 2003, ο Άρειος Πάγος αναίρεσε το απαλλακτικό βούλευμα και παρέπεμψε τον αστυνομικό σε δίκη με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο.[5]
[1] Ιατροδικαστικά στοιχεία έδειξαν μώλωπες κατά τα φαινόμενα συνεπείς προς αυτόν τον ισχυρισμό.
[2] Ελευθεροτυπία, 28 Μαρτίου 2000.
[3] Απόφαση 895/2001, η οποία διατέθηκε στη ΔΑ.
[4] Με βάση την ελληνική νομοθεσία, τα αδικήματα κατατάσσονται σε πταίσματα, που επισύρουν μέγιστη ποινή κράτησης ενός μηνός, πλημμελήματα, που επισύρουν μέγιστη ποινή φυλάκισης πέντε ετών και κακουργήματα, που επισύρουν μέγιστη ποινή ισόβιας κάθειρξης.
[5] Ελευθεροτυπία, 14 Απριλίου 2003: http://www.enet.gr/online/online_p1_text.jsp?c=112&id=59813608
Ειδήσεις
9 Ιαν 2009
Ευρωκαταδίκη Ελλάδας για φόνο 18χρονου. Δέκατη καταδίκη για αστυνομική βία
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
4 σχόλια:
Jan 09, 2009, 20:17
Εκδότης Κύρτσος, αυτοί που ενημερώνοντας τους πολίτες, τους διευκολύνουν στον έλεγχο της εξουσίας...
Κύρτσος "da pοlice spokesman": Υπήρχαν ταραχοποιοί
ο δεξιός, πάντα καταστολές και χούντες ονειρεύεται.
Ακούστε το.
Policemania...
Σας θυμίζουμε απλώς ότι κάποτε διαμαρτυρόσασταν για τους αναγνώστες που έγραφαν άσχετα σχόλια, σε άσχετες αναρτήσεις.
Αυτό, σήμερα εσείς το κάνετε κατά κόρον...
Δημοσίευση σχολίου