Οι δεύτερες ευρωεκλογές που πραγματοποιήθηκαν στις 17 Ιουνίου 1984, ταυτόχρονα με τις υπόλοιπες εννέα χώρες της (τότε) ΕΟΚ, δεν έμοιαζαν σε τίποτα με την ανέμελη διπλή ψήφο του 1981.
Δυόμισι χρόνια μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, η αναμέτρηση του 1984 υπήρξε μια πολωτική αντιπαράθεση με χαρακτηριστικά εθνικών εκλογών, που συνθηματολογικά κωδικοποιήθηκε ως σύγκρουση «Αλλαγής» και «Απαλλαγής».
......
Συνεχίζεται...
Το πολιτικό κλίμα των εκλογών είχε διαμορφωθεί από τη δυναμική ανασύνταξη της Ν.Δ., υπό την ηγεσία πλέον του Ευ. Αβέρωφ. Ανασύνταξη που αποτυπώθηκε στον μετασχηματισμό της Ν.Δ. σε μαζικό κόμμα (κατά τα πρότυπα του ΠΑΣΟΚ) και στην οξύτατη αντιπολίτευση με αναφορές που παρέπεμπαν στον πολιτικό λόγο της παραδοσιακής Δεξιάς. Χαρακτηριστικά δείγματα η αποχώρηση από τη Βουλή κατά τη συζήτηση για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης (Αύγουστος 1982) και η έμμεση υποστήριξη της υποψηφιότητας του χουντικού δημάρχου Πειραιά Αρ. Σκυλίτση στις δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου 1982. Στην πολιτική αυτή η Ν.Δ. θεωρούσε επίσης ότι θα μπορούσε να επωφεληθεί από την καχυποψία με την οποία ο (τότε) Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κ. Καραμανλής αντιμετώπιζε τον πρωθυπουργό, την οποία ενίσχυαν και ορισμένες φραστικές υπερβολές κυβερνητικών και κομματικών στελεχών. Γεγονός όμως που, εξ αντιδιαστολής, επέτρεψε στο ΠΑΣΟΚ να επιβάλει ως κύρια διαχωριστική γραμμή του πολιτικού ανταγωνισμού την αντιπαράθεση «Δεξιά- Αντιδεξιά», την οποία συμπύκνωσε στο σύνθημα «Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά».
Πλήρωσαν την αισιοδοξία
Η ηγεσία της Ν.Δ., με την αισιοδοξία που της δημιουργούσε η επανασυσπείρωση της παραδοσιακής εκλογικής της βάσης καθώς και ορισμένες επιτυχίες σε συνδικαλιστικά όργανα μεσαίων αστικών στρωμάτων, δεν συνειδητοποίησε ότι μια αντιπαράθεση με άξονα την αντίθεση «Δεξιά- Αντιδεξιά» θα λειτουργούσε εις βάρος της. Παραγνώρισε επίσης τα δημοσκοπικά ευρήματα που διέθετε από τις τακτικές εξαμηνιαίες έρευνες τις οποίες διενεργούσε για λογαριασμό της το ΚΠΕΕ με επιστημονικό υπεύθυνο τον Γ. Λούλη (βλ. Επίκεντρα, τεύχ. 38, Μάιος- Ιούνιος 1984).
Κατέληξε έτσι στην απόφαση να προσδώσει στις ευρωεκλογές δημοψηφισματικό χαρακτήρα, τον οποίο ο αρχηγός της Ν.Δ. συμπύκνωσε στη φράση «αναμέτρηση εφ΄ όλης της ύλης». Μια αναμέτρηση ανάμεσα στις δυνάμεις «της προόδου, της δημοκρατίας και της ελευθερίας» από τη μια μεριά και τις δυνάμεις «του σκότους και του ολοκληρωτισμού» από την άλλη, όπως ανέφερε ο Ευ. Αβέρωφ στην προεκλογική του ομιλία στην Αθήνα στις 14 Ιουνίου.
Εξειδικεύοντας μάλιστα την επιλογή αυτή ο Κ. Μητσοτάκης (κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Ν.Δ.), είχε δηλώσει, ήδη από τον Φεβρουάριο, ότι «εφόσον τον Ιούνιο διαπιστωθεί (...) δυσαρμονία μεταξύ Βουλής και λαϊκής θέλησης» ο Κ. Καραμανλής θα πρέπει να προκηρύξει βουλευτικές εκλογές το φθινόπωρο, άμεση αναφορά στις «υπερεξουσίες» που διέθετε, σύμφωνα με το τότε ισχύον Σύνταγμα του 1975, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Την ίδια θέση υποστήριξε με συνέντευξή του στις αρχές Ιουνίου και ο Ευ. Αβέρωφ.
Οι επιλογές αυτές της Ν.Δ. δεν άφηναν ασυγκίνητο τον Κ. Καραμανλή, ο οποίος, όπως προκύπτει και από το δημοσιευμένο Αρχείο του, ήταν ιδιαίτερα ενοχλημένος από τη ρητορική του ΠΑΣΟΚ και απειλούσε, στις παραμονές των ευρωεκλογών, ότι «μετά βίας συγκρατήθηκε μέχρι τώρα» (τόμ. 12, σελ. 369).
Το ΠΑΣΟΚ από τη μεριά του δεν είχε κανένα λόγο (αλλά ούτε και μπορούσε) να αρνηθεί την πρόκληση για μια αναμέτρηση «εφ΄ όλης της ύλης».
Παρόλο που βρισκόταν στο μέσο του κύκλου της τετραετίας (θεωρητικά τη δυσμενέστερη στιγμή για μια κυβέρνηση) είχε κατορθώσει να επιβάλει (με την ακούσια συνδρομή και της Ν.Δ.) την ευνοϊκότερη γι΄ αυτό διάταξη του εκλογικού ανταγωνισμού: τη σαφή πλειοψηφική δυναμική των αντιδεξιών δυνάμεων και την ηγεμονική του θέση στο πλαίσιό τους. Για να ισχυροποιήσει μάλιστα τη θέση του αυτή οργάνωσε στις αρχές Μαΐου το πρώτο (πανηγυρικό) του συνέδριο, με το οποίο και ξεκίνησε την προεκλογική του εκστρατεία.
Με εν ενεργεία βουλευτές
Οι ευρωεκλογές απέκτησαν έτσι έναν αμιγώς εθνικό χαρακτήρα οιονεί προκριματικών εκλογών. Ο εκλογικός νόμος τροποποιήθηκε ώστε στις δύο πρώτες θέσεις του ευρωψηφοδελτίου να μπορούν να συμπεριληφθούν εν ενεργεία βουλευτές. Στο ψηφοδέλτιο της Ν.Δ. επικεφαλής τοποθετήθηκε ο ίδιος ο Ευ. Αβέρωφ και στη δεύτερη θέση ο Ιωαν. Μπούτος (αντίπαλός του κατά τη διεκδίκηση της προεδρίας του κόμματος τον Δεκέμβριο του 1981), ενώ στις δύο πρώτες θέσεις για το ΠΑΣΟΚ τοποθετήθηκαν ο Γ. Μαύρος και ο Μαν. Γλέζος. Αντίστοιχα και το ΚΚΕ είχε ως επικεφαλής του ψηφοδελτίου τον Γρ. Φαράκο. Τα καφενεία στις περισσότερες περιοχές της χώρας χωρίστηκαν σε μπλε και πράσινα, ενώ οι (πλαστικές) κομματικές σημαίες γενικεύτηκαν και, ιδίως στην επαρχία, κοσμούσαν τα περισσότερα μπαλκόνια.
Ανεβασμένο το ΠΑΣΟΚ σε 40 από τις 56 περιφέρειες
ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ της κάλπης δικαίωσε τις επιλογές του ΠΑΣΟΚ, το οποίο αναδείχτηκε πρώτο κόμμα με 41,6% (έναντι 38,0% για τη Ν.Δ.). Σε σύγκριση με τις ευρωεκλογές του 1981 το ΠΑΣΟΚ αύξησε τη δύναμή του σε 40 από τις 56 εκλογικές περιφέρειες, ενώ και στις υπόλοιπες, όπου η δύναμή του ελαφρώς μειώθηκε, η πτώση δεν ξεπέρασε το 1% (με μόνη εξαίρεση τη Ροδόπη). Βέβαια, σε σύγκριση με τις βουλευτικές εκλογές η υποχώρηση του ΠΑΣΟΚ ήταν γενικευμένη (με μοναδικές εξαιρέσεις τη Φλώρινα, τη Σάμο και το Ρέθυμνο) και, το κυριότερο, έντονα διαβαθμισμένη ανάλογα με τον βαθμό αστικότητας. Στις αγροτικές περιοχές υπήρξε σχετικά περιορισμένη (43,8%% από 48,4% στις βουλευτικές του 1981) και τροφοδότησε κυρίως το ΚΚΕ και το ΚΚΕ εσ., ενώ η επιρροή της Ν.Δ. παρέμεινε εντυπωσιακά στάσιμη (39,6%). Αντίθετα, στις αστικές περιοχές- και με ιδιαίτερη ένταση στην περιφέρεια της πρωτεύουσας και τη Θεσσαλονίκη- το ΠΑΣΟΚ υποχώρησε κατά περίπου 8 ποσοστιαίες μονάδες και, το κυριότερο, η πτώση του αυτή, περίπου κατά το ήμισυ, κατευθύνθηκε προς τη Ν.Δ. (αυτά ήταν άλλωστε και τα μόνα ουσιαστικά της κέρδη). Γεγονός που αποτελούσε πάντως προάγγελο των ανακατατάξεων που σημειώθηκαν στην εκλογική βάση των κομμάτων κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ΄80.
Η πόλωση που επικράτησε στην αναμέτρηση του 1984, με τα δύο μεγάλα κόμματα να συγκεντρώνουν αθροιστικά το 79,6% των ψήφων (το υψηλότερο μέχρι σήμερα ποσοστό του δικομματισμού σε ευρωεκλογές), περιόρισε τα υπόλοιπα κόμματα σε σχετικώς μέτριες επιδόσεις. Το ΚΚΕ με 11,6% και το ΚΚΕ εσ. με 3,4% παρουσίασαν άνοδο σε σύγκριση με τις βουλευτικές εκλογές του 1981, αλλά πτώση σε σύγκριση με τα αντίστοιχα ποσοστά τους στις, ταυτόχρονες τότε, ευρωεκλογές. Από τα υπόλοιπα κόμματα, το ΚΟΔΗΣΟ με 0,8% ουσιαστικά εξαφανίστηκε, αφού το κατ΄ εξοχήν μεσοαστικό του ακροατήριο είχε επανακάμψει στη Ν.Δ. και μόνον η φιλοχουντική ΕΠΕΝ, με κύριο σύνθημα την αποφυλάκιση των πραξικοπηματιών, κατόρθωσε να εκπροσωπηθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (με 2,29%).
Ο θάνατος του Μπερλίνγκουερ και η πρωτιά του ιταλικού Κ.Κ.
ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ που σημάδεψε τις ευρωεκλογές του 1984 στην Ιταλία ήταν ο αιφνίδιος θάνατος του χαρισματικού ηγέτη του ιταλικού Κ.Κ. (και πρωτεργάτη του ευρωκομμουνισμού) Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, ο οποίος έπαθε εγκεφαλική συμφόρηση ενώ μιλούσε σε προεκλογική συγκέντρωση στην Πάδοβα. Η συναισθηματική φόρτιση που προκάλεσε ο θάνατος του Μπερλίνγκουερ μία εβδομάδα πριν από τις εκλογές λειτούργησε ενισχυτικά για την ανοδική τάση που εμφάνιζε το ΙΚΚ και έτσι, για πρώτη φορά ύστερα από 40 χρόνια, έστω και με μόλις 90 χιλιάδες ψήφους διαφορά το ΙΚΚ αναδείχθηκε πρώτο κόμμα με 33,3% των ψήφων (έναντι 33,0% για τη Χριστιανική Δημοκρατία). Αυτό υπήρξε όμως και το αποκορύφωμα της επιρροής του. Στις επόμενες βουλευτικές εκλογές (το 1987) η δύναμή του μειώθηκε στο 26,6% και μετά την πτώση του Τείχους έπαψε να υπάρχει ως κομμουνιστικό κόμμα.
Η ψήφος των μεταναστών
ΜΙΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ καινοτομία που ίσχυσε για πρώτη φορά στις ευρωεκλογές του 1984, είναι ότι καθιερώθηκαν ειδικές διευκολύνσεις ώστε να μπορούν να ψηφίσουν και οι Έλληνες πολίτες που την ημέρα των εκλογών θα βρίσκονταν σε κάποια άλλη χώρα της ΕΟΚ (Ν. 1427/1984). Για τον σκοπό αυτό συγκροτήθηκαν ειδικά εκλογικά τμήματα σε 73 ευρωπαϊκές πόλεις (53 στη Γερμανία, 8 στην Ιταλία, 4 στο Βέλγιο, 3 στη Γαλλία, 2 στην Ολλανδία και από 1 σε Αγγλία, Δανία και Λουξεμβούργο) και δημιουργήθηκαν ειδικοί εκλογικοί κατάλογοι στους οποίους έπρεπε να εγγραφούν εγκαίρως όσοι επιθυμούσαν να ψηφίσουν σε αυτά τα ειδικά εκλογικά τμήματα. Συνολικά γράφτηκαν 58.736 εκλογείς (οι 45.961 στη Γερμανία) και ψήφισαν 50.328. Ο αριθμός αυτός μειώθηκε σε περίπου 36 χιλιάδες το 1989 (γιατί αρκετοί απόδημοι προτίμησαν να έρθουν στην Ελλάδα ώστε να ψηφίσουν και στις ταυτόχρονες βουλευτικές εκλογές), για να αυξηθεί και πάλι σε περίπου 48 χιλιάδες το 1994. Έκτοτε όμως η συμμετοχή των εκτός Επικρατείας παρουσιάζει σημαντική κάμψη (34.408 ψηφίσαντες το 1999 και μόλις 25.546 το 2004).
Η ρήξη για την Προεδρία
Η ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ του ΠΑΣΟΚ στις ευρωεκλογές του 1984 είχε τέλος και μια άλλη παράπλευρη συνέπεια, η οποία θα εκδηλωθεί σε όλη της την έκταση τον Μάρτιο του 1985, με την «απρόσμενη» (όπως τότε θεωρήθηκε) απόφαση του Αν. Παπανδρέου να μην υποστηρίξει την επανεκλογή του Κ. Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Οι απαρχές όμως της «ρήξης» είναι πλέον σαφές ότι εντοπίζονται στην περίοδο των ευρωεκλογών του 1984.
Το διάγγελμα που απηύθυνε ο Κ. Καραμανλής με την έναρξη της προεκλογικής περιόδου (22.5.1984) είχε θεωρηθεί ως έμμεση παρέμβαση υπέρ της Ν.Δ. και κυρίως η αμφίσημη δήλωσή του την ημέρα των εκλογών («αύριο (...) φοβούμαι ότι ο καθένας θα με συμβουλεύει τι πρέπει να κάνω»), έδειχνε ότι ο Κ. Καραμανλής μάλλον είχε πειστεί από τις υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις του Ευ. Αβέρωφ.
Αντίστοιχα όμως και ο Αν. Παπανδρέου, εγκλωβισμένος από τις υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις που έστελναν οι διορισμένοι νομάρχες για νίκη αντίστοιχη με το 48% του 1981, αντιμετώπισε με περίσκεψη την έκβαση των ευρωεκλογών. Γι΄ αυτό και περίμενε μέχρι το πρωί πριν προχωρήσει στη νικητήρια δήλωση, αφού πρώτα βεβαιώθηκε ότι μεταφραζόμενο σε έδρες το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών τού εξασφάλιζε δυνητικά κοινοβουλευτική αυτοδυναμία.
Περισσότερα: http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&artid=4518585&ct=1
Το πολιτικό κλίμα των εκλογών είχε διαμορφωθεί από τη δυναμική ανασύνταξη της Ν.Δ., υπό την ηγεσία πλέον του Ευ. Αβέρωφ. Ανασύνταξη που αποτυπώθηκε στον μετασχηματισμό της Ν.Δ. σε μαζικό κόμμα (κατά τα πρότυπα του ΠΑΣΟΚ) και στην οξύτατη αντιπολίτευση με αναφορές που παρέπεμπαν στον πολιτικό λόγο της παραδοσιακής Δεξιάς. Χαρακτηριστικά δείγματα η αποχώρηση από τη Βουλή κατά τη συζήτηση για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης (Αύγουστος 1982) και η έμμεση υποστήριξη της υποψηφιότητας του χουντικού δημάρχου Πειραιά Αρ. Σκυλίτση στις δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου 1982. Στην πολιτική αυτή η Ν.Δ. θεωρούσε επίσης ότι θα μπορούσε να επωφεληθεί από την καχυποψία με την οποία ο (τότε) Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κ. Καραμανλής αντιμετώπιζε τον πρωθυπουργό, την οποία ενίσχυαν και ορισμένες φραστικές υπερβολές κυβερνητικών και κομματικών στελεχών. Γεγονός όμως που, εξ αντιδιαστολής, επέτρεψε στο ΠΑΣΟΚ να επιβάλει ως κύρια διαχωριστική γραμμή του πολιτικού ανταγωνισμού την αντιπαράθεση «Δεξιά- Αντιδεξιά», την οποία συμπύκνωσε στο σύνθημα «Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά».
Πλήρωσαν την αισιοδοξία
Η ηγεσία της Ν.Δ., με την αισιοδοξία που της δημιουργούσε η επανασυσπείρωση της παραδοσιακής εκλογικής της βάσης καθώς και ορισμένες επιτυχίες σε συνδικαλιστικά όργανα μεσαίων αστικών στρωμάτων, δεν συνειδητοποίησε ότι μια αντιπαράθεση με άξονα την αντίθεση «Δεξιά- Αντιδεξιά» θα λειτουργούσε εις βάρος της. Παραγνώρισε επίσης τα δημοσκοπικά ευρήματα που διέθετε από τις τακτικές εξαμηνιαίες έρευνες τις οποίες διενεργούσε για λογαριασμό της το ΚΠΕΕ με επιστημονικό υπεύθυνο τον Γ. Λούλη (βλ. Επίκεντρα, τεύχ. 38, Μάιος- Ιούνιος 1984).
Κατέληξε έτσι στην απόφαση να προσδώσει στις ευρωεκλογές δημοψηφισματικό χαρακτήρα, τον οποίο ο αρχηγός της Ν.Δ. συμπύκνωσε στη φράση «αναμέτρηση εφ΄ όλης της ύλης». Μια αναμέτρηση ανάμεσα στις δυνάμεις «της προόδου, της δημοκρατίας και της ελευθερίας» από τη μια μεριά και τις δυνάμεις «του σκότους και του ολοκληρωτισμού» από την άλλη, όπως ανέφερε ο Ευ. Αβέρωφ στην προεκλογική του ομιλία στην Αθήνα στις 14 Ιουνίου.
Εξειδικεύοντας μάλιστα την επιλογή αυτή ο Κ. Μητσοτάκης (κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Ν.Δ.), είχε δηλώσει, ήδη από τον Φεβρουάριο, ότι «εφόσον τον Ιούνιο διαπιστωθεί (...) δυσαρμονία μεταξύ Βουλής και λαϊκής θέλησης» ο Κ. Καραμανλής θα πρέπει να προκηρύξει βουλευτικές εκλογές το φθινόπωρο, άμεση αναφορά στις «υπερεξουσίες» που διέθετε, σύμφωνα με το τότε ισχύον Σύνταγμα του 1975, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Την ίδια θέση υποστήριξε με συνέντευξή του στις αρχές Ιουνίου και ο Ευ. Αβέρωφ.
Οι επιλογές αυτές της Ν.Δ. δεν άφηναν ασυγκίνητο τον Κ. Καραμανλή, ο οποίος, όπως προκύπτει και από το δημοσιευμένο Αρχείο του, ήταν ιδιαίτερα ενοχλημένος από τη ρητορική του ΠΑΣΟΚ και απειλούσε, στις παραμονές των ευρωεκλογών, ότι «μετά βίας συγκρατήθηκε μέχρι τώρα» (τόμ. 12, σελ. 369).
Το ΠΑΣΟΚ από τη μεριά του δεν είχε κανένα λόγο (αλλά ούτε και μπορούσε) να αρνηθεί την πρόκληση για μια αναμέτρηση «εφ΄ όλης της ύλης».
Παρόλο που βρισκόταν στο μέσο του κύκλου της τετραετίας (θεωρητικά τη δυσμενέστερη στιγμή για μια κυβέρνηση) είχε κατορθώσει να επιβάλει (με την ακούσια συνδρομή και της Ν.Δ.) την ευνοϊκότερη γι΄ αυτό διάταξη του εκλογικού ανταγωνισμού: τη σαφή πλειοψηφική δυναμική των αντιδεξιών δυνάμεων και την ηγεμονική του θέση στο πλαίσιό τους. Για να ισχυροποιήσει μάλιστα τη θέση του αυτή οργάνωσε στις αρχές Μαΐου το πρώτο (πανηγυρικό) του συνέδριο, με το οποίο και ξεκίνησε την προεκλογική του εκστρατεία.
Με εν ενεργεία βουλευτές
Οι ευρωεκλογές απέκτησαν έτσι έναν αμιγώς εθνικό χαρακτήρα οιονεί προκριματικών εκλογών. Ο εκλογικός νόμος τροποποιήθηκε ώστε στις δύο πρώτες θέσεις του ευρωψηφοδελτίου να μπορούν να συμπεριληφθούν εν ενεργεία βουλευτές. Στο ψηφοδέλτιο της Ν.Δ. επικεφαλής τοποθετήθηκε ο ίδιος ο Ευ. Αβέρωφ και στη δεύτερη θέση ο Ιωαν. Μπούτος (αντίπαλός του κατά τη διεκδίκηση της προεδρίας του κόμματος τον Δεκέμβριο του 1981), ενώ στις δύο πρώτες θέσεις για το ΠΑΣΟΚ τοποθετήθηκαν ο Γ. Μαύρος και ο Μαν. Γλέζος. Αντίστοιχα και το ΚΚΕ είχε ως επικεφαλής του ψηφοδελτίου τον Γρ. Φαράκο. Τα καφενεία στις περισσότερες περιοχές της χώρας χωρίστηκαν σε μπλε και πράσινα, ενώ οι (πλαστικές) κομματικές σημαίες γενικεύτηκαν και, ιδίως στην επαρχία, κοσμούσαν τα περισσότερα μπαλκόνια.
Ανεβασμένο το ΠΑΣΟΚ σε 40 από τις 56 περιφέρειες
ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ της κάλπης δικαίωσε τις επιλογές του ΠΑΣΟΚ, το οποίο αναδείχτηκε πρώτο κόμμα με 41,6% (έναντι 38,0% για τη Ν.Δ.). Σε σύγκριση με τις ευρωεκλογές του 1981 το ΠΑΣΟΚ αύξησε τη δύναμή του σε 40 από τις 56 εκλογικές περιφέρειες, ενώ και στις υπόλοιπες, όπου η δύναμή του ελαφρώς μειώθηκε, η πτώση δεν ξεπέρασε το 1% (με μόνη εξαίρεση τη Ροδόπη). Βέβαια, σε σύγκριση με τις βουλευτικές εκλογές η υποχώρηση του ΠΑΣΟΚ ήταν γενικευμένη (με μοναδικές εξαιρέσεις τη Φλώρινα, τη Σάμο και το Ρέθυμνο) και, το κυριότερο, έντονα διαβαθμισμένη ανάλογα με τον βαθμό αστικότητας. Στις αγροτικές περιοχές υπήρξε σχετικά περιορισμένη (43,8%% από 48,4% στις βουλευτικές του 1981) και τροφοδότησε κυρίως το ΚΚΕ και το ΚΚΕ εσ., ενώ η επιρροή της Ν.Δ. παρέμεινε εντυπωσιακά στάσιμη (39,6%). Αντίθετα, στις αστικές περιοχές- και με ιδιαίτερη ένταση στην περιφέρεια της πρωτεύουσας και τη Θεσσαλονίκη- το ΠΑΣΟΚ υποχώρησε κατά περίπου 8 ποσοστιαίες μονάδες και, το κυριότερο, η πτώση του αυτή, περίπου κατά το ήμισυ, κατευθύνθηκε προς τη Ν.Δ. (αυτά ήταν άλλωστε και τα μόνα ουσιαστικά της κέρδη). Γεγονός που αποτελούσε πάντως προάγγελο των ανακατατάξεων που σημειώθηκαν στην εκλογική βάση των κομμάτων κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ΄80.
Η πόλωση που επικράτησε στην αναμέτρηση του 1984, με τα δύο μεγάλα κόμματα να συγκεντρώνουν αθροιστικά το 79,6% των ψήφων (το υψηλότερο μέχρι σήμερα ποσοστό του δικομματισμού σε ευρωεκλογές), περιόρισε τα υπόλοιπα κόμματα σε σχετικώς μέτριες επιδόσεις. Το ΚΚΕ με 11,6% και το ΚΚΕ εσ. με 3,4% παρουσίασαν άνοδο σε σύγκριση με τις βουλευτικές εκλογές του 1981, αλλά πτώση σε σύγκριση με τα αντίστοιχα ποσοστά τους στις, ταυτόχρονες τότε, ευρωεκλογές. Από τα υπόλοιπα κόμματα, το ΚΟΔΗΣΟ με 0,8% ουσιαστικά εξαφανίστηκε, αφού το κατ΄ εξοχήν μεσοαστικό του ακροατήριο είχε επανακάμψει στη Ν.Δ. και μόνον η φιλοχουντική ΕΠΕΝ, με κύριο σύνθημα την αποφυλάκιση των πραξικοπηματιών, κατόρθωσε να εκπροσωπηθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (με 2,29%).
Ο θάνατος του Μπερλίνγκουερ και η πρωτιά του ιταλικού Κ.Κ.
ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ που σημάδεψε τις ευρωεκλογές του 1984 στην Ιταλία ήταν ο αιφνίδιος θάνατος του χαρισματικού ηγέτη του ιταλικού Κ.Κ. (και πρωτεργάτη του ευρωκομμουνισμού) Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, ο οποίος έπαθε εγκεφαλική συμφόρηση ενώ μιλούσε σε προεκλογική συγκέντρωση στην Πάδοβα. Η συναισθηματική φόρτιση που προκάλεσε ο θάνατος του Μπερλίνγκουερ μία εβδομάδα πριν από τις εκλογές λειτούργησε ενισχυτικά για την ανοδική τάση που εμφάνιζε το ΙΚΚ και έτσι, για πρώτη φορά ύστερα από 40 χρόνια, έστω και με μόλις 90 χιλιάδες ψήφους διαφορά το ΙΚΚ αναδείχθηκε πρώτο κόμμα με 33,3% των ψήφων (έναντι 33,0% για τη Χριστιανική Δημοκρατία). Αυτό υπήρξε όμως και το αποκορύφωμα της επιρροής του. Στις επόμενες βουλευτικές εκλογές (το 1987) η δύναμή του μειώθηκε στο 26,6% και μετά την πτώση του Τείχους έπαψε να υπάρχει ως κομμουνιστικό κόμμα.
Η ψήφος των μεταναστών
ΜΙΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ καινοτομία που ίσχυσε για πρώτη φορά στις ευρωεκλογές του 1984, είναι ότι καθιερώθηκαν ειδικές διευκολύνσεις ώστε να μπορούν να ψηφίσουν και οι Έλληνες πολίτες που την ημέρα των εκλογών θα βρίσκονταν σε κάποια άλλη χώρα της ΕΟΚ (Ν. 1427/1984). Για τον σκοπό αυτό συγκροτήθηκαν ειδικά εκλογικά τμήματα σε 73 ευρωπαϊκές πόλεις (53 στη Γερμανία, 8 στην Ιταλία, 4 στο Βέλγιο, 3 στη Γαλλία, 2 στην Ολλανδία και από 1 σε Αγγλία, Δανία και Λουξεμβούργο) και δημιουργήθηκαν ειδικοί εκλογικοί κατάλογοι στους οποίους έπρεπε να εγγραφούν εγκαίρως όσοι επιθυμούσαν να ψηφίσουν σε αυτά τα ειδικά εκλογικά τμήματα. Συνολικά γράφτηκαν 58.736 εκλογείς (οι 45.961 στη Γερμανία) και ψήφισαν 50.328. Ο αριθμός αυτός μειώθηκε σε περίπου 36 χιλιάδες το 1989 (γιατί αρκετοί απόδημοι προτίμησαν να έρθουν στην Ελλάδα ώστε να ψηφίσουν και στις ταυτόχρονες βουλευτικές εκλογές), για να αυξηθεί και πάλι σε περίπου 48 χιλιάδες το 1994. Έκτοτε όμως η συμμετοχή των εκτός Επικρατείας παρουσιάζει σημαντική κάμψη (34.408 ψηφίσαντες το 1999 και μόλις 25.546 το 2004).
Η ρήξη για την Προεδρία
Η ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ του ΠΑΣΟΚ στις ευρωεκλογές του 1984 είχε τέλος και μια άλλη παράπλευρη συνέπεια, η οποία θα εκδηλωθεί σε όλη της την έκταση τον Μάρτιο του 1985, με την «απρόσμενη» (όπως τότε θεωρήθηκε) απόφαση του Αν. Παπανδρέου να μην υποστηρίξει την επανεκλογή του Κ. Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Οι απαρχές όμως της «ρήξης» είναι πλέον σαφές ότι εντοπίζονται στην περίοδο των ευρωεκλογών του 1984.
Το διάγγελμα που απηύθυνε ο Κ. Καραμανλής με την έναρξη της προεκλογικής περιόδου (22.5.1984) είχε θεωρηθεί ως έμμεση παρέμβαση υπέρ της Ν.Δ. και κυρίως η αμφίσημη δήλωσή του την ημέρα των εκλογών («αύριο (...) φοβούμαι ότι ο καθένας θα με συμβουλεύει τι πρέπει να κάνω»), έδειχνε ότι ο Κ. Καραμανλής μάλλον είχε πειστεί από τις υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις του Ευ. Αβέρωφ.
Αντίστοιχα όμως και ο Αν. Παπανδρέου, εγκλωβισμένος από τις υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις που έστελναν οι διορισμένοι νομάρχες για νίκη αντίστοιχη με το 48% του 1981, αντιμετώπισε με περίσκεψη την έκβαση των ευρωεκλογών. Γι΄ αυτό και περίμενε μέχρι το πρωί πριν προχωρήσει στη νικητήρια δήλωση, αφού πρώτα βεβαιώθηκε ότι μεταφραζόμενο σε έδρες το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών τού εξασφάλιζε δυνητικά κοινοβουλευτική αυτοδυναμία.
Περισσότερα: http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&artid=4518585&ct=1
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου