Εν μέσω ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων λόγω και της υπόθεσης Siemens το οικονομικό επιτελείο θα κληθεί λίαν συντόμως να δώσει ένα τέλος στην πολύμηνη εκκρεμότητα που αφορά στις αυξήσεις των μηνιαίων αποδοχών των δικαστών. Ο χρόνος που είχε στη διάθεσή του ο κ. Γ. Αλογοσκούφης για να «διαπραγματευθεί» με τους λειτουργούς της Θέμιδας ώστε να αποδεχθούν «λελογισμένες» αυξήσεις και να μην επιμείνουν στη μισθολογική εξομοίωση (όπως ορίζει το Σύνταγμα) μεταξύ του προέδρου του Αρείου Πάγου και του προέδρου της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων εκπνέει.
…………….
Συνεχίζεται…
Η νομοθετική ρύθμιση
Σύμφωνα με κύκλους του υπουργείου Οικονομίας, η νομοθετική ρύθμιση θα κατατεθεί… μεταξύ πρώτου και δεύτερου θερινού τμήματος. Κατά τους ίδιους κύκλους, εκφράζεται η αισιοδοξία ότι θα τηρηθεί η συμφωνία που επήλθε με τους δικαστές, ώστε οι μηνιαίες αποδοχές τους να αυξηθούν κατά 40-60% και να μην ξεπερνούν τα 8.500-9.000 ευρώ, παρά το γεγονός ότι ο μισθός του προέδρου της ΕΕΤΤ αγγίζει τα 10.000 ευρώ.
Επιπλέον, στους διαδρόμους του υπουργείου εξακολουθεί να επισημαίνεται (με νόημα) ότι δεν αποκλείεται να δρομολογηθεί και η αντίστροφη πορεία, δηλαδή να μειωθούν οι αποδοχές του προέδρου της ΕΕΤΤ (και άλλων, ενδεχομένως, προέδρων Ανεξαρτήτων Αρχών) ώστε να προσεγγίσουν εκείνες των δικαστών και να παρακαμφθεί ο συνταγματικός σκόπελος.
Ο μεγάλος πονοκέφαλος όμως του οικονομικού επιτελείου (και του πολιτικού κόσμου συνολικά) θα προκύψει αμέσως μετά την ψήφιση της εν λόγω νομοθετικής ρύθμισης. Και αυτό διότι, βάσει του συνταγματικού ντόμινο, οι αποδοχές των δικαστών παρασύρουν (σε αντίστοιχη αύξηση) και εκείνες των εν ενεργεία βουλευτών οι οποίες, με τη σειρά τους, επηρεάζουν αναλόγως τις συντάξεις των πρώην βουλευτών. (Σ.σ. η σύνταξη του βουλευτή αντιστοιχεί στο 80% της μηνιαίας βουλευτικής αποζημίωσης). Με άλλα λόγια, εάν τηρηθεί το γράμμα του Συντάγματος, οι βουλευτικές αποζημιώσεις θα πρέπει να εκτιναχθούν στα 8.500-9.000 ευρώ (από 5.700 που είναι σήμερα) και, στη συνέχεια, να πάρουν σειρά οι συνταξιούχοι. Οι υπόγειες διεργασίες μεταξύ νυν και πρώην βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη και όλα δείχνουν ότι οι ενδιαφερόμενοι θα κινηθούν… ανάποδα, δηλαδή «θα μπουν μπροστά» οι συνταξιούχοι βουλευτές για να ωφεληθούν οι εν ενεργεία.
Πώς θα γίνει αυτό; Η Ένωση Πρώην Βουλευτών βρίσκεται με τη δικαστική προσφυγή… παρά πόδα προκειμένου να διεκδικήσει την αναπροσαρμογή των βουλευτικών συντάξεων. Για να το πετύχει θα πρέπει πρώτα να αυξηθούν οι αποδοχές των εν ενεργεία βουλευτών. Οι επικεφαλής των κοινοβουλευτικών ομάδων παραπέμπουν στις δηλώσεις που έκαναν προ έτους, ότι δηλαδή «δεν θα αποδεχθούν τις αυξήσεις». Αυτό που ουδείς μπορεί να διαβεβαιώσει είναι εάν θα υπάρξει ένας «τολμηρός» νυν βουλευτής, ο οποίος θα αδιαφορήσει για το πολιτικό κόστος και, άρα, για την επανεκλογή του και προχωρήσει σε δικαστική προσφυγή για την εξομοίωση των «κανονικών» βουλευτικών αποδοχών με εκείνες των δικαστικών.
Αυτό, ακριβώς, το ενδεχόμενο είναι που προκαλεί τρόμο τόσο στην κυβέρνηση όσο και στα κόμματα της αντιπολίτευσης, αφού θα θεωρηθεί πρόκληση απέναντι στους απλούς εργαζομένους – σε μία στιγμή που η ακρίβεια καλπάζει και το πολιτικό σύστημα πλήττεται από τις καταιγιστικές εξελίξεις στην υπόθεση Siemens.
Πόσο μάλλον μετά την πρόσφατη άρση του επαγγελματικού ασυμβιβάστου των βουλευτών: «Όσο τους είχαμε απαγορεύσει να εργάζονται είχε κάποιο νόημα το αίτημά τους για γενναία οικονομική ενίσχυση. Τώρα όμως πώς θα αιτιολογήσουν την επαναφορά του;», σημειώνει κοινοβουλευτικός παράγοντας, ο οποίος υπενθυμίζει και τις «παροχές σε είδος» που δίνονται πλέον στους βουλευτές – όπως γραφείο στο κέντρο της Αθήνας (για όσους εκλέγονται στην περιφέρεια), συνδέσεις τηλεφωνίας και αυτοκίνητο μεγάλου κυβισμού. Η σκέψη που ακούστηκε, πάντως, ήταν να απαγορευθεί διά νόμου η βουλευτική αύξηση, αλλά, ως φαίνεται, σκοντάφτει στην απάντηση νομικών ότι «το Σύνταγμα υπερέχει του νόμου».
Εξομοίωση από το 1964
Η εξομοίωση δικαστικών και βουλευτικών αποδοχών δρομολογήθηκε το 1964, με απόφαση της τότε Βουλής. Η πρώτη μεταπολιτευτική Ολομέλεια προχώρησε στην κατοχύρωση αυτής της απόφασης, που παραμένει σε ισχύ. Η πιο πρόσφατη «γενναία» βουλευτική αύξηση ψηφίσθηκε το 1997, όταν οι μηνιαίες αποδοχές διπλασιάσθηκαν και άγγιξαν το 1,5 εκατ. δραχμές.
Από: http://www.e-tipos.com/
…………….
Συνεχίζεται…
Η νομοθετική ρύθμιση
Σύμφωνα με κύκλους του υπουργείου Οικονομίας, η νομοθετική ρύθμιση θα κατατεθεί… μεταξύ πρώτου και δεύτερου θερινού τμήματος. Κατά τους ίδιους κύκλους, εκφράζεται η αισιοδοξία ότι θα τηρηθεί η συμφωνία που επήλθε με τους δικαστές, ώστε οι μηνιαίες αποδοχές τους να αυξηθούν κατά 40-60% και να μην ξεπερνούν τα 8.500-9.000 ευρώ, παρά το γεγονός ότι ο μισθός του προέδρου της ΕΕΤΤ αγγίζει τα 10.000 ευρώ.
Επιπλέον, στους διαδρόμους του υπουργείου εξακολουθεί να επισημαίνεται (με νόημα) ότι δεν αποκλείεται να δρομολογηθεί και η αντίστροφη πορεία, δηλαδή να μειωθούν οι αποδοχές του προέδρου της ΕΕΤΤ (και άλλων, ενδεχομένως, προέδρων Ανεξαρτήτων Αρχών) ώστε να προσεγγίσουν εκείνες των δικαστών και να παρακαμφθεί ο συνταγματικός σκόπελος.
Ο μεγάλος πονοκέφαλος όμως του οικονομικού επιτελείου (και του πολιτικού κόσμου συνολικά) θα προκύψει αμέσως μετά την ψήφιση της εν λόγω νομοθετικής ρύθμισης. Και αυτό διότι, βάσει του συνταγματικού ντόμινο, οι αποδοχές των δικαστών παρασύρουν (σε αντίστοιχη αύξηση) και εκείνες των εν ενεργεία βουλευτών οι οποίες, με τη σειρά τους, επηρεάζουν αναλόγως τις συντάξεις των πρώην βουλευτών. (Σ.σ. η σύνταξη του βουλευτή αντιστοιχεί στο 80% της μηνιαίας βουλευτικής αποζημίωσης). Με άλλα λόγια, εάν τηρηθεί το γράμμα του Συντάγματος, οι βουλευτικές αποζημιώσεις θα πρέπει να εκτιναχθούν στα 8.500-9.000 ευρώ (από 5.700 που είναι σήμερα) και, στη συνέχεια, να πάρουν σειρά οι συνταξιούχοι. Οι υπόγειες διεργασίες μεταξύ νυν και πρώην βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη και όλα δείχνουν ότι οι ενδιαφερόμενοι θα κινηθούν… ανάποδα, δηλαδή «θα μπουν μπροστά» οι συνταξιούχοι βουλευτές για να ωφεληθούν οι εν ενεργεία.
Πώς θα γίνει αυτό; Η Ένωση Πρώην Βουλευτών βρίσκεται με τη δικαστική προσφυγή… παρά πόδα προκειμένου να διεκδικήσει την αναπροσαρμογή των βουλευτικών συντάξεων. Για να το πετύχει θα πρέπει πρώτα να αυξηθούν οι αποδοχές των εν ενεργεία βουλευτών. Οι επικεφαλής των κοινοβουλευτικών ομάδων παραπέμπουν στις δηλώσεις που έκαναν προ έτους, ότι δηλαδή «δεν θα αποδεχθούν τις αυξήσεις». Αυτό που ουδείς μπορεί να διαβεβαιώσει είναι εάν θα υπάρξει ένας «τολμηρός» νυν βουλευτής, ο οποίος θα αδιαφορήσει για το πολιτικό κόστος και, άρα, για την επανεκλογή του και προχωρήσει σε δικαστική προσφυγή για την εξομοίωση των «κανονικών» βουλευτικών αποδοχών με εκείνες των δικαστικών.
Αυτό, ακριβώς, το ενδεχόμενο είναι που προκαλεί τρόμο τόσο στην κυβέρνηση όσο και στα κόμματα της αντιπολίτευσης, αφού θα θεωρηθεί πρόκληση απέναντι στους απλούς εργαζομένους – σε μία στιγμή που η ακρίβεια καλπάζει και το πολιτικό σύστημα πλήττεται από τις καταιγιστικές εξελίξεις στην υπόθεση Siemens.
Πόσο μάλλον μετά την πρόσφατη άρση του επαγγελματικού ασυμβιβάστου των βουλευτών: «Όσο τους είχαμε απαγορεύσει να εργάζονται είχε κάποιο νόημα το αίτημά τους για γενναία οικονομική ενίσχυση. Τώρα όμως πώς θα αιτιολογήσουν την επαναφορά του;», σημειώνει κοινοβουλευτικός παράγοντας, ο οποίος υπενθυμίζει και τις «παροχές σε είδος» που δίνονται πλέον στους βουλευτές – όπως γραφείο στο κέντρο της Αθήνας (για όσους εκλέγονται στην περιφέρεια), συνδέσεις τηλεφωνίας και αυτοκίνητο μεγάλου κυβισμού. Η σκέψη που ακούστηκε, πάντως, ήταν να απαγορευθεί διά νόμου η βουλευτική αύξηση, αλλά, ως φαίνεται, σκοντάφτει στην απάντηση νομικών ότι «το Σύνταγμα υπερέχει του νόμου».
Εξομοίωση από το 1964
Η εξομοίωση δικαστικών και βουλευτικών αποδοχών δρομολογήθηκε το 1964, με απόφαση της τότε Βουλής. Η πρώτη μεταπολιτευτική Ολομέλεια προχώρησε στην κατοχύρωση αυτής της απόφασης, που παραμένει σε ισχύ. Η πιο πρόσφατη «γενναία» βουλευτική αύξηση ψηφίσθηκε το 1997, όταν οι μηνιαίες αποδοχές διπλασιάσθηκαν και άγγιξαν το 1,5 εκατ. δραχμές.
Από: http://www.e-tipos.com/
1 σχόλια:
Απο την Κυριακη το λεμε αυτο...Αστα να πανε...
Δημοσίευση σχολίου