Ειδήσεις

18 Μαρ 2009

Το «Ιδιώνυμο» της μεταξικής δικτατορίας

«Πιστεύω, λοιπόν, ότι θα με ακούση ο εργατικός κόσμος, όταν του είπω: ''Πρόσεξε, μην παρασυρθείς, από τους κομμουνιστάς εις τον αγώνα αυτόν, ο οποίος φαίνεται, ότι ετοιμάζεται και εις την μάχην αυτήν, η οποία πρόκειται να δοθή''. Το κράτος εκπροσωπούμενον από την κυβέρνησιν, την νόμιμον, και έχον, ως ελπίζω, υποστήριξιν όλου του πολιτικού κόσμου, θα αντιταχθή κατά τοιαύτης επαναστατικής ενεργείας προς ανατροπήν του ελευθέρου πολιτεύματος, θα την κτυπήση με όλα τα μέσα, τα οποία διαθέτει επί τη βάσει των κειμένων νόμων».
………
Ελευθέριος Βενιζέλος1
………
Συνεχίζεται…
Στις 18 Σεπτεμβρίου του 1936 το δικτατορικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου εξέδωσε τον Αναγκαστικό Νόμο 117 «Περί μέτρων προς καταπολέμησιν του κομμουνισμού και των εκ τούτου συνεπειών». Ο νόμος αυτός τυπικά ερχόταν να αντικαταστήσει το περιβόητο «Ιδιώνυμο», δηλαδή τον νόμο 4229/25-7-1929 «Περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών», που είχε ψηφίσει το 1929 η κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου. Στην πραγματικότητα, ο νόμος αυτός εισήγαγε και νέα «εγκλήματα» και επικύρωνε την κατάργηση των λαϊκών ελευθεριών που είχε επιφέρει το δικτατορικό καθεστώς. Ταυτόχρονα έδινε στη δικτατορία τη «νόμιμη» δυνατότητα να διώκει κόμματα, κοινωνικές οργανώσεις και φορείς, ιδέες, συγγραφείς, αλλά και βιβλία κατά το πρότυπο των φασιστικών καθεστώτων.





Την ίδια ημέρα που ο αντικομμουνιστικός μεταξικός νόμος έβλεπε το φως της δημοσιότητας, στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, όχι τυχαία, δημοσιευόταν μια πολύ χαρακτηριστική συνέντευξη του Ι. Μεταξά, που είχε δοθεί στην εφημερίδα «ΗΧΩ ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ». Στη συνέντευξη αυτή2 ο δικτάτορας έλεγε πως πριν την επιβολή του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου η δράση των κομμουνιστών είχε αποβεί πολύ απειλητική. «Το κόμμα τούτο -σημείωνε- εξηπλούτο ολίγον κατ' ολίγον. Η ιθύνουσα ομάς, απαρτιζομένη από ολίγους αδιαλλάκτους και δογματικούς επίστευεν εις τας ουτοπίας της. Πέριξ αυτής συνεκεντρούντο πρώτον οι ενδεείς, οι δυστυχείς και εκείνοι οι οποίοι ήλπιζον από μίαν κοινωνικήν εξέγερσιν. Κατόπιν οι πολλοί, εκείνοι τους οποίους απεγοήτευσεν ο κοινοβουλευτισμός, οίτινες δεν επίστευον πλέον εις αυτόν, αντιληφθέντες ότι δεν ηδύνατο να φέρη εις κανέν αποτέλεσμα, και οίτινες εν τη απελπισία των κατέφευγον εις τον κομμουνισμόν... Ο κομμουνισμός, από πολλά έτη, εισέδυσεν εις την εκπαίδευσιν και ήρχισε διαφθείρων τη νεότητα. Η εργατική τάξις διετέλει υπό την εξουσίαν του... Ο στρατός, ο στόλος, η αεροπορία, υφίσταντο τας συνεπείας της δηλητηριάσεως του μπολσεβικισμού... Οι κομμουνισταί συμμάχησαν με τα λείψανα των καταρρευσάντων πολιτικών κομμάτων, αίτινα είχον χάσει τη συνοχήν των κατόπιν του θανάτου των μεγάλων αρχηγών, λόγω της υπάρξεως των οποίων και υφίσταντο». Ηταν φανερό πως το καθεστώς- μέσω των οργάνων του- επιχειρούσε να δικαιολογήσει την ύπαρξή του, αλλά και να προετοιμάσει το έδαφος για ό,τι έμελλε να επακολουθήσει.









Ο ΑΝ 117/18- 9- 1936 και το «Ιδιώνυμο»





Οι βασικές διατάξεις του ΑΝ 117/1936 προέβλεπαν ποινή φυλάκισης μέχρι 5 ετών και ποινή εκτόπισης έξι μηνών μέχρι δύο ετών (που επιβάλλονταν από τον ποινικό δικαστή και εκτίονταν μετά την εκτέλεση της κύριας ποινής) για οποιονδήποτε «όστις εγγράφως, προφορικώς ή καθ' οιονδήποτε άλλον τρόπον αμέσως ή εμμέσως επιδιώκει την διάδοσιν, ανάπτυξιν και εφαρμογήν θεωριών, ιδεών ή κοινωνικών, οικονομικών και θρησκευτικών συστημάτων τεινόντων εις την ανατροπήν του κρατούντος εν τη χώρα κοινωνικού καθεστώτος ή εις την απόσπασιν ή αυτονόμισιν μέρους της επικρατείας, ως και ο προσηλυτίζων εις τας θεωρίας, ιδέας και συστήματα ταύτα καθ' οιονδήποτε τρόπον" (άρθρο 1)3. Για το ίδιο «αδίκημα» το «Ιδιώνυμο» προέβλεπε φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και εκτοπισμό ενός μηνός μέχρι δύο ετών για οποιονδήποτε επιδίωκε «την εφαρμογή ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν τη διά βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού καθεστώτος ή την απόσπασιν μέρους εκ του όλου της Επικρατείας, ή ενεργεί υπέρ της εφαρμογής αυτών προσηλυτισμόν»4. Πολύ σωστά, επομένως, ο Ν. Αλιβιζάτος παρατηρεί5: «Η Εξέλιξη σχετικά με το κύριο έγκλημα που προβλεπόταν από το αντίστοιχο άρθρο του "ιδιωνύμου" ήταν σαφής: δεν ήταν απαραίτητο να είχε επιδιώξει ο κατηγορούμενος την εφαρμογή ιδεών ''εχουσών ως έκδηλον σκοπόν τη "διά βιαίων μέσων" ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού συστήματος όπως προέβλεπε ο νομοθέτης του 1929. Για το νομοθέτη του δικτατορικού καθεστώτος αρκούσε για την καταδίκη των προσώπων κατά των οποίων στρεφόταν, η απόπειρα να διαδοθούν οι ιδέες αυτές με οποιαδήποτε μέσο».


Ο μεταξικός αντικομμουνιστικός νόμος προέβλεπε τις ίδιες, με το άρθρο 1, ποινές και για οποιονδήποτε εξωθούσε τους εργάτες σε κήρυξη απεργίας ή συμμετείχε σε απεργία. Ιδιαίτερα επιβαρυντική περίπτωση χαρακτηριζόταν η συμμετοχή σε τέτοιες ενέργειες δημοσίων, δημοτικών ή εκκλησιαστικών υπαλλήλων, κληρικών, υπαλλήλων οργανισμών δημοσίου δικαίου ή εργατικών σωματείων, στρατιωτικών κ.ά. Επίσης, απαγόρευε τη σύσταση σωματείων ή ενώσεων που θεωρούνταν ανατρεπτικά για το καθεστώς και διέλυε όσα από τα υπάρχοντα είχαν χαρακτηριστεί ως τέτοια από τα όργανα του καθεστώτος. Επιπλέον, απαγόρευε τις συγκεντρώσεις σε υπαίθριο ή κλειστό χώρο, στις οποίες επρόκειτο να αναπτυχθούν ανατρεπτικές για το κοινωνικό καθεστώς θεωρίες, ιδέες και συστήματα. Αν, μάλιστα τα προαναφερθέντα αδικήματα είχαν τελεσθεί διά του Τύπου προβλεπόταν προσωρινή παύση της ασκήσεως επαγγέλματος μέχρι έξι μηνών στο δημοσιογράφο, εκδότη ή τυπογράφο και μέχρι τριών ετών σε περίπτωση υποτροπής και διετάσετο «η κατάσχεσις των τυπογραφικών οργάνων»


6. Παρόμοιες διατάξεις είχε και το «Ιδιώνυμο», αν και για ορισμένες περιπτώσεις προέβλεπε μικρότερες ποινές


7.
Πρέπει να προσθέσουμε πως όσοι καταδικάζονταν βάσει του ΑΝ 117/1936 στερούνταν αυτόματα τα πολιτικά τους δικαιώματα, για πέντε τουλάχιστον χρόνια και διαγράφονταν από τις συνδικαλιστικές ή άλλες οργανώσεις για ισόχρονη περίοδο, ενώ έχαναν το δικαίωμα του εκλέγεσθαι στα διοικητικά όργανά τους. Αυτά τα μέτρα δεν παίρνονταν, φυσικά, γιατί υπήρχαν ουσιώδη πολιτικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα στις συνθήκες της δικτατορίας. Απλώς προβλέπονταν για να υπογραμμίζουν ότι οι παραβάτες του νόμου θα βίωναν έναν ανελέητο διωγμό από το καθεστώς με τη στέρηση όλων των δικαιωμάτων τους, ακόμη και αυτών που μόνο τυπικά υπήρχαν.



Όμως τούτος ο νόμος προέβλεπε και κάτι πιο φρικιαστικότερο. Αναβίωνε την Ιερά Εξέταση.



Τα βιβλία στην πυρά
Το άρθρο 10 του νόμου γράφει επί λέξει8: «Οι εν γένει εκδόται και βιβλιοπώλαι, κάτοχοι βιβλίων ή άλλων εντύπων των οποίων το περιεχόμενο εκδήλως αντίκειται προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου ως αναφερόμενον εις θεωρίας, ιδέας και συστήματα περί ων το άρθρο 1 του παρόντος υποχρεούνται εντός προθεσμίας 20 ημερών από της δημοσιεύσεως του παρόντος Νόμου να προσαγάγωσι και παραδώσωσι τα έντυπα ταύτα εις τας κατά τόπους αρμοδίας Αστυνομικάς Αρχάς συντασσομένου πρωτοκόλλου παραδόσεως. Οι μη συμμορφούμενοι... τιμωρούνται διά φυλακίσεως τριών μηνών μέχρις ενός έτους και ισοχρόνου εκτοπίσεως. Υφισταμένης αμφιβολίας παρά τω κατόχω περί του κατά τ' ανωτέρω επιτρεπτού ή μη της κατοχής και εμπορίας εντύπου τινός, αποφαίνεται οριστικώς και αμετακλήτως τριμελής Επιτροπή, αποτελούμενη υπό του νομάρχου, του Εισαγγελέως, των Πρωτοδικών και του Αστυνομικού Διευθυντού ένθα τα κατεχόμενα έντυπα». Ετσι νομιμοποιήθηκε ένα άγριο κυνηγητό όλων των γραπτών τεκμηρίων του ανθρώπινου πολιτισμού, που η δικτατορία όχι μόνο απαγόρευε, αλλά ήθελε και να εξαφανίσει, αφού οργάνωνε τελετές, όπου καίγονταν δημόσια όλα τα βιβλία και τα έντυπα που είχαν κατασχεθεί. Βέβαια, όλα αυτά είχαν ξεκινήσει προτού θεσπιστεί η μεταξική αντικομμουνιστική νομοθεσία. Για παράδειγμα, λίγες μέρες μετά την επιβολή της δικτατορίας και συγκεκριμένα στις 16 Αυγούστου στις εφημερίδες υπήρχε η εξής ανακοίνωση9: «Η Εθνική Φοιτητική Νεολαία Πειραιώς προβαίνουσα εις την εξαφάνισιν διά της πυρράς ολοκλήρου σειράς κομμουνιστικών εντύπων την προσεχή Κυριακήν ώραν 8 μ.μ. εν τη πλατεία Πασαλιμανίου Πειραιώς, προσκαλεί άπαντας τους εθνικόφρονας νέους, όπως προσέλθουν εν τη πλατεία Τερψιθέας 7 μ.μ. ίνα εν σώματι μεταβούν και συμμετάσχουν εις την τελετήν».



Τέτοιες ανακοινώσεις ήταν συχνό φαινόμενο κι όπως εύκολα μπορεί ν' αντιληφθεί κανείς ο χαρακτηρισμός ενός εντύπου ως κομμουνιστικού ή ως ανατρεπτικού είχε πολύ ευρύ περιεχόμενο. Σχεδόν απροσδιόριστο. Ο Σπ. Λιναρδάτος γράφει χαρακτηριστικά γι' αυτό το θέμα10: «Μέλη φασιστικών οργανώσεων και διάφοροι τραμπούκοι ή πληρωμένοι αλήτες, με άγριους αλαλαγμούς χαράς, άναψαν σε δημόσιους χώρους μεγάλες φωτιές κι έκαψαν εκατοντάδες τόμους βιβλίων Ελλήνων και ξένων συγγραφέων. Ανάμεσα στα βιβλία που κάηκαν δεν ήταν μόνον του Μαρξ, του Ενγκελς, του Λένιν, του Πλεχάνωφ και των άλλων κλασικών του Μαρξισμού, αλλά και του Χάινε, του Μπέρναρ Σω, του Φρόυντ, του Τσβάιχ, του Ανατόλ Φρανς, του Γκόρκι, του Ντοστογιέφσκι, του Τολστόι, του Γκαίτε, του Φίχτε, του Δαρβίνου, του Παπαδιαμάντη, του Καρκαβίτσα κλπ.».
Ενδεικτικό του τι συνέβαινε είναι το γεγονός ότι χαρακτηρίζονταν κομμουνιστικά και καίγονταν τα σχολικά βιβλία που εχρησιμοποιούντο στην προδικτατορική περίοδο ενώ, όπως αναφέρει ο Φ. Γρηγοριάδης11, λογοκρίθηκαν από το καθεστώς ο Θουκυδίδης, ο Σοφοκλής και ο Αριστοφάνης!!! Ποιοι όμως τολμούσαν να προβούν σε τέτοιες ενέργειες; «Εις την λογοκρισίαν των βιβλίων, περιοδικών και λοιπών εντύπων -μας πληροφορεί ο Ι. Κορωνάκης12- υπηρέτουν ως πνευματικοί Προκρούσται οι Κλέων Παράσχος, Ειρήνη Δημητρακοπούλου - Αθηναία, Γεώργιος Πράτσικας, Γρηγόριος Στεφάνου, Γεράσιμος Αννινος και άλλοι. Κατ' εισήγησιν αυτών, χιλιάδες βιβλίων των μεγαλυτέρων εκδοτικών μας οίκων ηρπάγησαν και εκάησαν εις τους δρόμους».




Το αντικομμουνιστικό οπλοστάσιο της μεταξικής δικτατορίας ενισχύθηκε με πολλές άλλες νομοθετικές πράξεις και αποφάσεις. Εξέχουσα θέση ανάμεσά τους έχει ο ΑΝ 1075 «περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των πολιτών»13. Με τον νόμο αυτό κωδικοποιήθηκαν όλες οι προηγούμενες σχετικές διατάξεις που είχαν υιοθετηθεί από τη δεκαετία του 1920 και ταυτόχρονα θεσπίστηκαν νέες μεθοδεύσεις που ενίσχυαν την κατασταλτική πρακτική του δικτατορικού καθεστώτος. Οι κυριότερες απ' αυτές τις μεθοδεύσεις, όπως η θέσπιση των στρατοπέδων συγκέντρωσης, η θέσπιση του πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων και οι δηλώσεις μετανοίας, επέζησαν της πτώσης του δικτατορικού καθεστώτος και αξιοποιήθηκαν με τις πιο ακραίες μορφές και το πιο ακραίο περιεχόμενο στη μεταπολεμική και μετεμφυλιακή περίοδο. Είναι ίσως και αυτό μία απόδειξη ότι τα καθεστώτα δεν ταυτίζονται με τις κυβερνήσεις ή με τους ανθρώπους που, προς στιγμήν μπορεί να νομιστεί ότι τα δημιουργούν, αλλά με βαθύτερες και προπαντός μακρόχρονες κοινωνικές καταστάσεις.




1. Ομιλία στις 29/3/1929 στη Βουλή για την υπεράσπιση του «Ιδιώνυμου». Βλέπε: «Τα κείμενα του Ελευθερίου Βενιζέλου», Εκδοση της Λέσχης Φιλελευθέρων- Μνήμη Ελευθερίου Βενιζέλου, επιμέλεια Στ. Στεφάνου, τόμος Γ`, Αθήνα 1981, σελ. 560


2. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 18/9/1936


3. ΦΕΚ 402, τεύχος πρώτον/ 18- 9- 1936


4. ΦΕΚ 245, τεύχος πρώτον/ 25/7/1929, «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ» έκδοση «ΣΕ», σελ. 212- 216 και αλλού


5. Ν. Αλιβιζάτος: «Οι πολιτικοί θεσμοί σε κρίση 1922- 1974», εκδόσεις «Θεμέλιο», σελ. 418


6. Σπ. Λιναρδάτου: «4η Αυγούστου», «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις 1967», σελ. 61


7. ΦΕΚ 245, τεύχος πρώτον/ 25/7/1929


8. ΦΕΚ 402, τεύχος πρώτον/ 18- 9- 1936


9. Φ. Γρηγοριάδη: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1909- 1940», εκδόσεις «Καπόπουλος», τόμος 4ος, σελ. 191


10. Σπ. Λιναρδάτου: «4η Αυγούστου», «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις 1967», σελ. 62- 63


11. Φ. Γρηγοριάδη, στο ίδιο σελ. 191


12. Ι. Γ. Κορωνάκη: «Η Πολιτεία της 4ης Αυγούστου», Αθήναι 1950, σελ. 43


13. ΦΕΚ 45, τεύχος πρώτον/ 11- 2- 1936

Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


Από: http://www2.rizospastis.gr/story.do?id=954310&publDate=23/9/2001